“Ὁ Τερτυλλιανὸς εἶναι ὁ πρῶτος χριστιανὸς ποὺ ἔγραψε στὰ λατινικά, ὄχι διότι δὲν ἐγνώριζε ἑλληνικά, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἤθελε νὰ μὴ χρησιμοποιεῖ ὁ χριστιανισμὸς τὴν φιλοσοφικὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα. Καὶ πράγματι, εἰσήγαγε ἀντὶ τῶν φιλοσοφικῶν μιὰ σειρὰ ἀπὸ νομικὲς ἔννοιες … ὁ Τερτυλλιανὸς διετύπωσε καὶ τὴν θεωρία κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἁμαρτία εἶναι παράβασις νόμου καὶ ἐπισύρει ποινήν”.[36]

Ἡ ἰδιάζουσα πρόσληψη τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας ἀπὸ τοὺς Λατίνους καὶ ἡ ἴδια ἡ λατινικὴ γλῶσσα θεμελιώνουν τόσο πιὸ ἀνεπηρέαστα τὴν συνείδηση τῆς λατινόφωνης χριστιανοσύνης, ὅσο μειώνεται ἡ ἐπαφή της μὲ τὸν ἑλληνισμό, δηλαδὴ κυρίως τὸν 5ο αἰῶνα καὶ ἑξῆς. “Στὴν ἴδια τὴν Ρώμη, γύρω στὸ 600, κανένας πιὰ δὲν διάβαζε τοὺς Ἕλληνες Πατέρες, οὔτε τοὺς πιὸ ἐπιφανεῖς…

“Δὲν μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι στὴν Δύση διατηρήθηκε μιὰ παράδοση — ἔστω καὶ πολὺ ἰσχνὴ — τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, παιδείας, φιλολογίας καὶ σκέψης … Ὁ λατινικὸς κόσμος ζεῖ ἀναδιπλωμένος στὸν ἑαυτό του καὶ στὰ λατινικά του· δέχεται πολὺ λίγα, ἀκόμα κι ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, καὶ δὲν μεταδίδει τίποτα”.[37]