34 Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ Κάτων θεωροῦσε τὸν Σωκράτη ἀναρχικὸ καὶ ἐπιδοκίμαζε τὴν καταδίκη του ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους.

35 Βλ. Τερτυλλιανοῦ, De Pallio 3, PL 2, 1094: “Quid nunc, si est Romanitas omni salus, nec honestis tamen modis ad Graios estis?” — παραθέτει ὁ Χρήστου, Οἱ περιπέτειες τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων τῶν Ἑλλήνων, ὅ.π., σ. 84.

36 Δρακόπουλος, Μεσαίωνας, ὅ.π., σ. 121.

37 Λεμέρλ, Ὁ πρῶτος βυζαντινὸς οὑμανισμός, μτφρ. Μαρία Νυσταζοπούλου–Πελεκίδου, Ἀθήνα 1981, σελ. 19, 28.

38 Πρβλ. τὸν Κυριαζόπουλο (Λόγος καὶ ἦθος, Ἰωάννινα 1976, σ. 206): “γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ [γιὰ τὴν οἰκειότητα μὲ τὸν Θεὸ] δὲν ἀνυψώθηκαν στὴν χριστιανικὴ Ἀνατολὴ λίθινα μνημεῖα τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν γῆ, τὰ γοτθικὰ τόξα, οὔτε ἀναχώρησαν οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ βροῦν στὰ πέρατα τοῦ κόσμου τὴν λύτρωση, ὅ,τι ἀπουσίαζε στὴν πατρίδα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ λεηλατήσουν ἢ νὰ καταστρέψουν … ὅ,τι παρεμβαλλόταν στὸν δρόμο τους, τὴν Κωνσταντινούπολη π.χ. ἢ τοὺς προκολομβιανοὺς πολιτισμοὺς τῆς Ἀμερικῆς. Κυρίως ὅμως ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐθεώρησε στὴν Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία τὴν ἐλεύθερη σκέψη ὡς ἐπέμβαση τοῦ Διαβόλου καὶ δὲν ἐπιχείρησε, ὅπως ἔκανε ἡ Καθολικὴ καὶ ἡ Διαμαρτυρόμενη Δύση, νὰ ἐπιβληθεῖ διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου ἐναντίον ἐκείνων, στοὺς ὁποίους ὄφειλε νὰ προσφέρει τὴν σωτηρία…” (προσαρμόζω στὴν δημοτική).