“Οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ τῆς Ρώμης καὶ τῶν ἄλλων δυτικῶν πόλεων ἦσαν κατὰ τὸ πλεῖστο ἑλληνικῆς καταγωγῆς καὶ εἶχαν ὡς γλῶσσα λατρείας καὶ διδαχῆς τὴν ἑλληνική, κι ἔτσι οἱ Λατῖνοι δὲν ἔκαμαν διάκριση μεταξὺ Ἑλλήνων καὶ Χριστιανῶν … Ὁ Ἱερώνυμος βεβαιώνει ὅτι κατὰ τὴν παλαιότερη ἐποχή, ὅταν ἐμφανιζόταν στὸ δρόμο κάποιος Χριστιανός, οἱ Ρωμαῖοι ἐκραύγαζαν, ‘ὁ Γραῖκος, ὁ ἐπιθέτης’…”[13]

Ἔχει κανεὶς καὶ ἄλλο τρόπο νὰ συμπεράνει ριζικὴ τὴν σχέση τῆς νέας πίστης μὲ τὸν ἑλληνισμό, σκεπτόμενος τί ἐντύπωση μπορεῖ νὰ ἔδινε στοὺς Ἑβραίους ἡ παρουσία καὶ δράση τοῦ Χριστοῦ, ὅταν τὴν ὥρα ποὺ τοὺς ἔλεγε, πηγαίνω σὲ Ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε ἐδῶ … καὶ ὅπου εἶμαι ἐγώ, ἐσεῖς δὲν μπορεῖτε νὰ ἔρθετε,[14] ὑποπτεύονταν ὅτι πηγαίνει στὶς ἑλληνικὲς περιοχὲς καὶ θέλει νὰ διδάξει τοὺς Ἕλληνες.[15]

Σχολιάζει ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: “φαντάζονται τὴν χώρα τῶν Ἑλλήνων, σὰν νὰ ἦταν στοὺς Ἕλληνες αὐτὸς ποὺ εἶχε στείλει τὸν Χριστό, πρὸς τὸν ὁποῖο τοὺς ἀνακοίνωνε ὅτι θὰ ἐπιστρέψει. Ἀλλὰ μὲ αὐτά, ὅπως φαίνεται, προφητεύει ὁ δῆμος τῶν Ἰουδαίων, κι ἂς μὴ γνωρίζει τί λέει … γιατὶ πράγματι ὁ Χριστὸς ἐπρόκειτο νὰ παρατήσει τὴν μητέρα τῶν Ἰουδαίων, τὴν ἀχάριστη Ἱερουσαλήμ, καὶ νὰ βαδίσει στοὺς Ἕλληνες καὶ νὰ τοὺς διδάσκει”.[16]