Τὴν ζωντανὴ ψυχὴ ἀναπαύει ἡ προσωπικὴ γνώση, ὅποια δὲν μεγαλώνει παρὰ μόνο μαζὶ μὲ τὸν ὁλόκληρο ἄνθρωπο, ὥστε ἀσχολούμενος μὲ πραγματικὸ πρόβλημα γιὰ πραγματικὸ λόγο ἀνακαλύπτει κανεὶς στοὺς ‘Κλασικοὺς’ τὴν μορφή — σκέψη μετρημένη ἀπὸ ἐξαντλητικὴ τῶν οἰκείων ὁρίων ἀνάγκη τοῦ βίου γιὰ ἀλήθεια. Ὅταν τὸ ὄνομα δὲν δηλώνει ἁπλῶς ἀπόσταση ἀπὸ ‘κοινοὺς θνητούς’, δὲν τοὺς ὀνομάζουμε ‘Κλασικοὺς’ ἐπειδὴ παρέχουν περισσότερες ἢ ἀκριβέστερες ἢ ἐπαναστατικὲς γνώσεις, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ σκέψη καθενὸς ἐκφέρεται μοναδικὴ στὴν μορφὴ καὶ κορυφαία στὴν ἰσχὺ τῆς μορφῆς της, στὴν γονιμότητα τῶν σημασιῶν της, προορισμένη νὰ παραμείνει τέτοια. Ἔτσι, ὄχι μόνο δὲν ἐπιζητοῦν ‘αἰώνια τιμή’, ἀλλὰ (δὲν μποροῦν παρὰ νὰ) διώχνουν ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους τελείως, ὅποτε τοὺς διαβάζει κανεὶς σωστά.

Πρῶτος παρομοίαζε τὴν σκέψη μὲ ζωντανὸ ὀργανισμὸ ὁ Πλάτων,[86] καὶ ὁ ἀδελφὸς τοῦ Βασίλειου συμβούλευε “νὰ μὴ δείξουμε τὸν λόγο μέσα σὲ πτῶμα, ἀλλὰ μὲ κάθε συμπλοκὴ τοῦ νοήματος νὰ διαπεράσουμε τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ διασώσουμε ὄρθιο τὸν νοῦ”.[87] Ἁπλὴ ἐπίλυση προβλήματος δὲν συγκροτεῖ στοχασμὸ καὶ δὲν ἐνισχύει νοημοσύνη, δὲν σώζει ὄρθιο τὸν νοῦ. Ὁ στοχασμὸς ἀρχίζει ὅπως τελειοποιεῖται, στὴν ὁλόκληρη ἀνθρώπινη ζωή, δὲν εἶναι διανοητικὴ ἐπίδοση ἀλλὰ μῖτος τῆς Ἀριάδνης, ἡ δὲ ἐξασθένησή του, θυμίζει ὁ Μάξιμος, ἔχει καὶ πάλι ὑπαρξιακὲς προϋποθέσεις, συμβαίνει ὡς δύναμη παιδείας, “διακοπὴ τῆς χορηγήσεως τῶν θείων χαρισμάτων, ἡ ὁποία γίνεται σὲ κάθε νοῦ ποὺ ἄρχισε νὰ πετάει ψηλὰ καὶ νὰ καυχιέται γιὰ τὰ καλὰ ποὺ τοῦ δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ σὰν νὰ ἦταν δικά του κατορθώματα”.[88]