“Ὁ Πλάτων εἶναι ἡ φιλοσοφία, καὶ ἡ φιλοσοφία ὁ Πλάτων — ὁ ἴδιος ταυτόχρονα ἡ δόξα καὶ ἡ ντροπὴ τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἐφόσον οὔτε Σάξωνας οὔτε Ρωμαῖος δὲν μπόρεσαν νὰ προσθέσουν τὴν παραμικρὴ ἔννοια στὶς κατηγορίες του. Δὲν εἶχε οὔτε σύζυγο οὔτε παιδιά, κι οἱ στοχαστὲς κάθε πολιτισμένου ἔθνους εἶναι οἱ ἀπόγονοί του καὶ ἀποπνέουν τὸν νοῦ του. … Ὅπως λένε γιὰ τὴν Ἑλένη τοῦ Ἄργους, ὅτι εἶχε ἐκείνη τὴν καθολικὴ ὀμορφιά, ποὺ οἱ πάντες ἔνοιωθαν νὰ τοὺς ἀφορᾶ, ἔτσι ὁ Πλάτων φαίνεται στὸν ἀναγνώστη τῆς Νέας Ἀγγλίας μιὰ ἀμερικανικὴ ἰδιοφυΐα. … Τὰ γραφτά του ἀπασχόλησαν κάθε σχολὴ τῶν γραμμάτων, κάθε ἐραστὴ τῆς σκέψης, κάθε Ἐκκλησία, κάθε ποιητή — κάνοντας ἀδύνατο νὰ σκεφτεῖ κανεὶς σὲ ὁρισμένα ἐπίπεδα, παρὰ μόνο μέσα ἀπὸ τὸν Πλάτωνα. Ὁ Πλάτων στέκεται ἀνάμεσα στὴν ἀλήθεια καὶ στὸν νοῦ κάθε ἀνθρώπου, καὶ σχεδὸν σὰν νὰ ἔχει χαράξει τὴν γλῶσσα καὶ τὶς θεμέλιες μορφὲς τῆς σκέψης μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τὴν σφραγῖδα του”.[72]

Ἡ ‘ὑποταγὴ’ τῆς θεωρητικῆς στὴν ἐφαρμοσμένη ἐπιστήμη ὅπως προτείνεται ἀπὸ τὸν Βασίλειο, δὲν προϋποθέτει χρησιμοθηρικὴ νοοτροπία, ἀλλὰ ἐπίγνωση τῆς ἱδρυτικῆς ὥστε καὶ ἀνυπέρβλητης ἀνεπάρκειας τῆς ἐπιστημονικῆς ἀπόβλεψης, καθηλωμένης στὸ ἀποδεικτέο καὶ ἀποδείξιμο. Ἡ ἐπιστημονικὴ φαντασία ἔχει ὁδηγηθεῖ σὲ ἐπίκριση ἀκόμα πιὸ αὐστηρή, στὴν ἴδια τὴν ὠφέλεια τῆς ἐπιστήμης διαβλέποντας παρενέργειες: ἔχοντας τὸ νόημά τους σὲ κάποιο σκοπό τους, ἰσχὺς καὶ ἄνεση ἀπογοητεύουν καθεαυτὲς ἢ καὶ ἐντείνοντας στὰ ὅρια τὰ βιώματα ἀπουσίας σκοποῦ συντρίβουν τὸν ἄνθρωπο τελείως. Ὅμως ἡ ἐκ τῶν ἔσω κριτικὴ τῆς ἐπιστήμης, ἀκόμα καὶ ἡ πιὸ τολμηρὴ καὶ ἀκριβής, ἐπίσης ἀπογοητεύει — ὁσοδήποτε ἱκανὴ γιὰ διάγνωση ἀδιεξόδων, πάντοτε ἀνίκανη γιὰ τὴν ὑπέρβασή τους.