298 Ἡσιόδου Ἔργα καὶ ἡμέραι, στ. 718, Θεογονία, στ. 21, κ.ἀ.

299 Ἡσιόδου Θεογονία, στ. 117.

300 Ὅ.π., στ. 300.

301 Ὅ.π., στ. 372–3.

302 Ὅ.π., στ. 700.

303 Ὅ.π., στ. 535.

304 Ἡ ὁποία δὲν συγκροτεῖ “ἕνα πεδίο σκέψης ἐξωτερικὸ καὶ ξένο πρὸς τὴν θρησκεία”, ὅπως κακῶς ἰσχυρίζεται ὁ Βερνάν, Οἱ ἀπαρχὲς τῆς ἑλληνικῆς σκέψης, μτφρ. Ε. Κακοσαίου–Νικολούδη, Ἀθήνα 1992, σ. 23.

305 Ἰλιάδα Η 446.

306 Κόρνφορντ, Ἡ ἄγραφη φιλοσοφία, μτφρ. Στ. Ροζάνης, Ἀθήνα 1976, σελ. 10–11.

307 Πόση ἀπογοήτευση δὲν ἐπιφυλάσσει, γιὰ παράδειγμα, ὁ Παπαρρηγόπουλος (Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, βιβλ. 1, Ἀθήνα 1969, σ. 13), στὴν ἴδια τὴν ἔναρξη τοῦ ἔργου του ἀπίστευτα ἀπρόσεκτος, νομίζοντας ὅτι “αἱ δημώδεις τοῦ ἔθνους παραδόσεις ἤρχιζον ἀπὸ ἀφελῶν τινων κοσμογονικῶν δοξασιῶν…”, ὡς ἐὰν ἦταν δυνατὸ ἡ σοφία νὰ ἀρχίζει στὴν ἀφέλεια.

308 “Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ λέξη μετέχειν (πεδέχειν) ἐμφανίζεται γιὰ πρώτη φορὰ στὸν Ἀλκαῖο καὶ τὴν Σαπφώ, ἡ λέξη κοινωνία (ξυνονίη) στὸν Ἀρχίλοχο. Ἡ λυρικὴ ποίηση δημιουργεῖ λέξεις καθοριστικὲς γιὰ τὴν πορεία τοῦ πνεύματος, ὅπως: ρυθμός, ἰσομοιρία, διχοστασία, κ.ἄ. Κατανοεῖ τὸ πρόσωπο (καίτοι δὲν χρησιμοποιεῖ αὐτὸ τὸν ὅρο) ὡς ὑπέρβαση καὶ ἄρνηση τοῦ ὑποκειμενισμοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ δημιουργεῖ τὶς λέξεις μὲ τὴν πρόθεση ‘σύν’, συμμαχία, συνίημι, συνηβῶ, συμπόσιον, σύνοδος, συμπάσχειν κ.ἄ.” — Δρακόπουλος, Κείμενα μὲ σπασμένη ἑνότητα, Θεσ/νίκη 1995, σ. 181.