ΕΙΚΟΝΑ τῆς ἀκεραιότητας αὐτῆς ὑπάρχει ἐπίσης στὴν ἐπιστημονικὴ σκέψη τῶν ἀρχαίων. Γιὰ παράδειγμα, στὸν ὁρισμὸ τοῦ Εὐκλείδη ὅτι τέλειος ἀριθμός ἐστιν ὁ τοῖς ἑαυτοῦ μέρεσιν ἴσος ὤν,[280] δὲν ἱδρύεται μιὰ αὐθαιρεσία, ὁσοδήποτε εὐφάνταστη, γόνιμη, κλπ, ἀλλὰ πραγματοποιεῖται οἰκειοποίηση τοῦ ὅλου, ἀπαγορεύοντας ἀναγνώριση τελειότητας ὅπου συμβαίνει ἀπώλεια, ἡ ὁποία εἶναι ἀπώλεια σώματος[281] γιὰ τὴν γεωμετρικὴ μαθηματικὴ τῶν ἀρχαίων καὶ ὄχι ἀφηρημένη ἀριθμολογικὴ στέρηση.[282]

Ἡ δυτικῆς καὶ ἀραβικῆς προελεύσεως σπουδὴ ἀντιμετώπισε τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ ἐπιστήμη μὲ πολὺ μεγαλύτερη ἔμφαση ἀπ’ ὅση ἔδιναν οἱ ἴδιοι οἱ ἀρχαῖοι, μὲ μονομέρεια στὸν βαθμὸ τῆς ὕβρεως καὶ ἄρα τῆς παραμορφώσεως καὶ τερατογενέσεως. Ἡ ‘καθυστέρηση’ τῶν ἀρχαίων, παρὰ τὰ ἀμέσως προφανῆ μειονεκτήματα τῶν ἀκεραίων στὴν μαθηματικὴ περιγραφή, δὲν σημαίνει ὑπερβολικὸ λογικισμὸ ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο: καταλαβαίνοντας τὴν πραγματικότητα νὰ ὑπερβαίνει τὸν ὑπο–λογισμό, ἀντὶ εἰσαγωγῆς ἀρρήτων, διαφόρου εἴδους ἀριθμῶν καὶ πάλι, προτίμησαν νὰ στρέφουν τὴν προσοχή τους πέρα ἀπὸ κάθε δυνατὴ ἀρίθμηση. Τὸ ἴδιο φαίνεται καὶ ἀλλιῶς.