Ἡ Τροία ποὺ ἀπέτυχε (στὴν πολυετῆ διάρκεια τοῦ πολέμου εἰκονίζεται τὸ ἀβέβαιο τῆς δοκιμασίας καὶ τῶν δύο ἀντιπάλων), ὥστε ὄχι ἁπλῶς ἡττήθηκε ἀλλὰ κυριολεκτικὰ ἀφανίστηκε, ἦταν ἡ Τροία ποὺ μίσησε τὴν Ἑλένη: “κανεὶς ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ βρεθεῖ πιὰ γιὰ μένα στὴν Τροία”, θρηνεῖ ἡ Ἑλένη μπροστὰ στὸν νεκρὸ τοῦ Ἕκτορα,

“οὔτε ἕνας δὲν εἶναι καλὸς μαζί μου, οὔτε ἕνας δὲν μὲ ἀγαπάει, ὅλοι ἔχουν φρίκη γιὰ μένα”.[246]

Φρίκη γιὰ τὶς θυσίες ποὺ μπορεῖ νὰ συνεπάγεται ἡ ὑπακοὴ στὸ ὑψηλότερο. Πῶς σχετίζεται ἡ Ἑλένη μὲ τὸ ὑψηλότερο;

 

ΜΕ ΑΒΕΒΑΙΗ γενεαλογία, κόρη τοῦ Δία καὶ τῆς Λήδας (ἢ τοῦ Δία καὶ τῆς Νέμεσης μὲ ἀνατροφὴ ἀπὸ τὴν Λήδα), ἢ κόρη τοῦ Ὠκεανοῦ, ἢ τῆς Ἀφροδίτης (ὅλων οἱ ἰδιότητες ἑνώνονται στὸ πρόσωπό της), μὲ εἰκόνα της ἐπίσης στὴν Ὀδύσσεια τὴν Πηνελόπη, “γυναίκα ποὺ ὅμοιά της δὲν ὑπάρχει τώρα καμμιά στὴν γῆ τῶν Ἀχαιῶν, οὔτε στὴν Πύλο τὴν ἱερή, οὔτε στὸ Ἄργος, οὔτε στὶς Μυκῆνες”,[247] ἡ Ἑλένη ἦταν μαζὶ γυναίκα, ἄνδρας καὶ παιδί, καὶ τελείως πέρα ἀπὸ φῦλα καὶ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη ὀμορφιά, ὑπῆρχε στὴν ὀμορφιὰ τοῦ Λόγου, στὸ μόνο γιὰ τὸ ὁποῖο ἀξίζει κανεὶς νὰ ζήσει καὶ νὰ πεθάνει.