“Οἱ τραγωδίες τοῦ Σοφοκλῆ [σαρκώνουν καὶ] διαφυλάσσουν στὸ λέγειν τους … τὸ ἦθος πιὸ πρωταρχικὰ [πιὸ προσωπικά, καὶ γι’ αὐτὸ ἀσυγκρίτως πιὸ γνήσια καὶ γόνιμα] ἀπὸ τὶς παραδόσεις τοῦ Ἀριστοτέλη γιὰ τὴν ‘ἠθική’. Μιὰ ρήση τοῦ Ἡράκλειτου ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τρεῖς λέξεις μόνο,[[400]] λέει κάτι τόσο ἁπλό, [ἔχει τόσο σημαντικὴ ἁπλότητα,] ὥστε μὲ αὐτὴ νὰ ἔρχεται ἄμεσα στὸ φῶς [γιὰ ὅποιον βρίσκεται στὸ φῶς] ἡ οὐσία τοῦ ἤθους”.[401]

Ἀκόμη καὶ ὁ Καῖσλερ δὲν διστάζει νὰ παραδεχθεῖ πὼς “ἡ εὐρωπαϊκὴ φιλοσοφία καὶ ἐπιστήμη,[[402]] ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη καὶ πέρα [στὴν Δύση, ἀλλὰ πιὰ ὄχι μόνο ἐκεῖ], ἔκανε κάθε ἄνθρωπο [περιορισμένο σὰν] ἕνα νησί”.[403]

“Ἡ συνείδησή μας φαίνεται νὰ ὑποχωρεῖ εὐθέως ἀνάλογα πρὸς τὴν διάδοση καὶ ἐπέκταση τῶν μέσων ἐπικοινωνίας. Ὁ κόσμος εἶναι ὅσο ποτὲ ἄλλοτε ἀνοιχτὸς μπροστά μας, καὶ περιφερόμαστε σὰν αἰχμάλωτοι, ὁ καθένας στὸ προσωπικὸ φορητὸ κλουβί του”.[404]

Διότι δὲν ὑπάρχουν μέσα ἐπικοινωνίας ἀλλὰ μαζοποίησης, πληροφόρησης περὶ τοῦ παντὸς ἐξ ἀποστάσεως ψυχικῆς. Πρόβλημα γίνεται λοιπὸν ἡ τηλεοπτικὴ ἀπερισκεψία, ἀποχώρηση ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα τῶν πραγμάτων, γιατὶ ἐπιτρέπει στὸν ἑαυτὸ νὰ κωφεύει ἐκκολαπτόμενος ὡς μέτρο τῶν πάντων. Τὸ ἴδιο ἡ ‘ἐπιστημονικὴ’ καὶ ‘ἀντικειμενικὴ’ παρατήρηση, γέενα κάθε ἀπρόσωπης γνώσης, δὲν φέρει τὴν οὐσία στὸ φῶς γιατὶ δὲν ἔχει φῶς ἡ ἴδια, τῆς λείπει ἡ φιλία τῆς σοφίας.