660 Ἔκκαρτ, Ὁμιλία 82, DW III, σ. 423· πρβλ. Ἰω. 15.14, καὶ Ὠριγένους, Εἰς Παροιμίας, PG 17, 176.

661 Ἐμπεδοκλῆς, DK 105.

662 Γρηγόριος Νύσσης, Περὶ κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου, PG 44, 156 κ.ἑ.

663 Σωφρόνιος Σαχάρωφ, ἅγιος Σιλουανὸς Ἀθωνίτης, ὅ.π., σ. 248.

664 Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Περὶ μετανοίας, PG 155, 484.

665 Γρηγόριος Νύσσης, Μέγας Κατηχητικὸς ἑν. 32, στ. 22· πρβλ. Μ. Ἀθανασίου, Εἰς Ψαλμούς, PG 27, 532. Μιλῶντας γιὰ τάφο τῆς ψυχῆς, ὁ Πλάτων δὲν ἐννοεῖ τὸ σῶμα μὲ τὸ ὁποῖο ἀγκάλιαζε τὸν Φαῖδρο, οὔτε τὴν ἔνσαρκη ζωὴ στὴν ὁποία τὸν συνάντησε, ἀλλὰ ἀκριβῶς τὸ σῶμα τῆς ταπείνωσης, ἔχοντας τὸ σχῆμα τῆς φθορᾶς καὶ σύροντας τὴν ψυχὴ στὸ κατώτερό της, ἀποθαρρύνοντας τὴν ἴδια τὴν ἐρωτικὴ ἑνότητα: ἄνθρωπος ποὺ μέσα του κυκλοφοροῦν ὑγρὰ σὲ σωληνάκια, διαχέονται αἵματα, ἁπλώνονται νεῦρα, κόκκαλα, κλπ, κατευθύνοντας μιὰ σάρκα ποὺ ἀργοπεθαίνει μαζί τους, δηλαδὴ ὁ συναρμοσμένος σὰν ἑτοιμόρροπο ἐργοτάξιο ἄνθρωπος, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς συμβολίζει (ἐκτὸς τῶν ἄλλων) τὴν πτωτικὴ καθενὸς ὑπαρξιακὴ ἐπιλογή, δὲν εἶναι ὅ,τι πιὸ ἰδεῶδες γιὰ τὴν ἀκεραιότητα καὶ ἀθανασία ποὺ ἐπιζητεῖ ἡ ἐρωτικὴ συνείδηση. Ὁ Πλάτων λέει, ὅπως ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης: κράτα τὸν νοῦ σου στὸν ἅδη, καὶ μήν ἀπελπίζεσαι — πράξε καὶ γνώρισε τὴν σκληρότητά σου, ἀλλὰ ὅπως ὁ Πέτρος, ὄχι ὅπως ὁ Ἰούδας.