76 Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης.
77 Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Εἰς τὸν Μέγαν Βασίλειον, κεφ. 11, ἑν. 3. Οἱ Καππαδόκες ἐξέφραζαν τὴν συνείδηση τῆς ἑλληνόφωνης Ἐκκλησίας. Ἡ λατινόφωνη χριστιανοσύνη δὲν ἐνδιαφέρθηκε νὰ τοὺς ἀκολουθήσει σὲ αὐτό, παρὰ τὸν ἰδιαίτερο σεβασμὸ μὲ τὸν ὁποῖο τοὺς περιέβαλλε, παραβλέποντας ἀκόμη καὶ τὴν φιλοσοφικὴ διάσταση τοῦ ἴδιου τοῦ Αὐγουστίνου! Ἡ ἔνταξη τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σκέψης στὴν χριστιανικὴ ὀφείλεται στὴν ἴδια τὴν ἑλληνικότητα τοῦ Βυζαντίου, μὲ τὴν λατινόφωνη πλευρὰ νὰ τείνει ἀντίστοιχα στὸν νομικισμό. Πόσο τυχαῖο μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἀρχαῖος ἑλληνισμὸς ἄρχισε νὰ βρίσκει στὴν Δύση ἔντονη, μόνιμη καὶ γόνιμη θέση μόνο μετὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῶν γερμανόφωνων πληθυσμῶν καὶ τὴν σταδιακὴ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὰ λατινικά;
78 Μ. Βασίλειος, Πρὸς τοὺς νέους ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων, ἑν. 2· πρβλ. τὸν Ἰωάννη Δαμασκηνό, Διαλεκτική, ἑν. 1 (περὶ γνώσεως).
79 Μ. Βασίλειος, Πρὸς τοὺς νέους…, ἑν. 3.
80 Οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ κληρονομιές τους, ὅ.π., σελ. 17, 67.
81 Γι’ αὐτὸ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ‘ἀναγκασμένοι’ νὰ σκεφτοῦν πρῶτοι πολλά, ἐπινοοῦσαν κάποτε τὴν ἀνύπαρκτη αὐτὴ δοκιμὴ γιὰ νὰ ὑποστηρίξουν καὶ ἔτσι τὴν ἀλήθευση τῶν λεγομένων τους, ἐπιγράφοντας δικές τους σκέψεις σὲ ὑπαρκτὲς ἢ πλασματικὲς ἀρχαιότερες ἐποχές, στοὺς Αἰγύπτιους κλπ. Αὐτὰ σήμερα ‘ἀξιοποιοῦνται’ ἀπὸ συμπλεγματικοὺς πολιτισμούς, στὴν ἐπιδίωξη μιᾶς ἀναγνώρισης ποὺ δὲν τοὺς ἀνήκει καὶ δὲν τὴν χρειάζονται, τυφλοὶ ὅπως εἶναι ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ πιὸ αὐτονόητα: τί ἀξία μπορεῖ νὰ ἔχει τὸ χρῶμα τῆς (ἔστω ὑπαρκτῆς) μαύρης Ἀθηνᾶς, ἂν οἱ λαοί της παρέμειναν πιὸ ἄπραγοι ἀπὸ πέτρες, ἂν ἡ ἴδια ἡ ὑποτιθέμενη ὡς δική τους σοφία δὲν μαρτυρεῖται παρὰ μόνο στοὺς Ἕλληνες;
Σελ. 12345678910111213141516171819202122232425