Ὅ,τι στὸν συλλογισμὸ συμβαίνει ὡς ἐπαγωγή, στὴν ὁλόκληρη ζωὴ σημαίνει ἔμπρακτη κλιμακούμενη ἀναγωγή — ὕψωση ποὺ διενεργεῖ ὁ Λόγος τῆς ἑνότητας τοῦ θείου νοῦ μὲ τὸν ἀνθρώπινο. Δὲν πρόκειται γιὰ κάθαρση διανοητικῆς φύσεως,[575] ἡ πλατωνικὴ Νόηση ἔχει τὴν οὐσία τῆς ὁμηρικῆς, συχνὰ καὶ τὴν μορφή, πάντα τὸ μέγεθος. Ἡ πρώτη χιλιετία τοῦ ἑλληνισμοῦ, στὸν βαθμὸ ποὺ ἀφορᾶ στὴν φιλοσοφία καὶ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ὁλόκληρη ὅπως ἕνα πρόσωπο, εἴτε μεταμόρφωση τοῦ Ὁμήρου τὴν πεῖ κανείς, εἴτε μόρφωση τοῦ Πλάτωνα, μαζί του γεννιέται καὶ μὲ τὸν ἴδιο τελειώνει, λατρευτικὸ στὴν ἀρχὴ τῆς φιλοσοφίας του, στοχαστικὸ καὶ προφητικὸ στὸ ἀποκορύφωμα τοῦ ὕμνου του. Χάρη στὸ πρόσωπο αὐτὸ μπόρεσε ὁ ἑλληνισμὸς νὰ φθάσει στὰ ὅρια τῆς Οἰκουμένης καὶ στὴν Βάπτισή του. Ἡ πλατωνικὴ κάθαρση εἶναι βίωση τῆς ἁπλότητας, ἐπειδὴ στὸ ἄπειρο οἱ διαφορὲς ἐκπίπτουν, εἶναι τοῦ Ἑνὸς γιατὶ γεννιέται ἀπὸ πρόσωπο μέσα σὲ πρόσωπο, καὶ εἶναι πράξη, σπουδὴ καὶ δοκιμασία, ἐπειδὴ τελειοποιεῖται στὰ ὅρια τοῦ βίου, σὲ ἔνταση, κλήση, προέκταση, ὅπως ρεῦμα δύναμης ποὺ ἱκετεύει νὰ ἀποκαλύψει τὸ Πρόσωπό του, ἀλλὰ καὶ τρομερὸ στὴν ἀπειρία του, ἀπαιτῶντας θάρρος, ὑπερεγρήγορση, αὐθυπέρβαση, ἱδρύοντας κίνηση μέσα στὴν ἴδια τὴν τελειότητα, ἐπιβάλλοντας ἀπόσταση μέσα στὴν ἴδια τὴν οἰκειότητα, ἀποκαλύπτεται φοβερὸ μέσα στὴν ἴδια τὴν ἀσφάλεια.