Ὑπερανάπτυξη τῆς τεχνικῆς συμβαίνει, ὅπως ἔχουμε δεῖ, σχεδὸν ὡς παρενέργεια πλήρους ἀφοσιώσεως στὴν ἐπιστήμη. Τέτοια ἀφοσίωση δὲν ὑπῆρξε πρὸς τὸ παρὸν σὲ καμμιά περίοδο τοῦ ἑλληνισμοῦ. Ὁ Αἰσχύλος περιέγραφε τὸν Δία ἀπάνθρωπο καὶ τύραννο, ἀλλὰ καὶ φοβισμένο τὸν ἄνθρωπο καὶ θρασύδειλο: ὁ Θεὸς βδελύσσεται τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φοβοῦνται προβλέποντας τὴν βεβαιότητα τοῦ θανάτου (προδέρκεσθαι μόρον), καὶ ἀποκρούει τὶς τυφλὲς ἐλπίδες τῆς ἀποξενωμένης ἀπὸ τὸν Ἴδιο σκέψης — τῆς μόνης σκέψης ποὺ θὰ στρεφόταν ὁλόψυχα στὴν τεχνοεπιστήμη.[287]

Δὲν δημιουργοῦν πάντα πρόβλημα τὰ δῶρα τοῦ Προμηθέα, ἀλλὰ πάντα ὁ ἴδιος, ἡ προμήθεια — ὅταν ὁ ἄνθρωπος νομίζει πὼς ἐπινοεῖ ἢ διασφαλίζει τὸ ἀγαθό, ἢ ὅτι τὸ ἀγαθὸ δὲν εἶναι χάρισμα ἀλλὰ κάτι ποὺ ἐπινοεῖται, ὑφαρπάζεται ἢ διασφαλίζεται. Τὴν ἀποξένωση αὐτὴ ἀναγνωρίζει ὁ Μάξιμος ὡς ἀρχὴ τῆς προσωπικῆς καθενὸς ἀπαξίας, ὅταν λέει γιὰ τὸν Ἀδὰμ ὅτι θέλησε νὰ ἔχει τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ χωρὶς τὸν Θεὸ καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν Θεό.[288] Ἀλλάξαμε τὸν ἀπαθῆ τόπο μὲ τὸν ἐμπαθῆ αὐτὸν καὶ ἐπίπονο, θρηνεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς.

“Χάσαμε τὴν πρόσωπο μὲ πρόσωπο συναναστροφὴ μὲ τὸν Θεό. Χάσαμε τὴν συντροφιὰ μὲ τοὺς ἀγγέλους Του καὶ τὴν ἀναλλοίωτη ζωή. Ποιός κατάλαβε τὴν στέρηση αὐτὴ καὶ δὲν πενθεῖ;”[289]