“Τῆς Ἄρνης τὸ βουνό … τῆς Ἀρνησιᾶς ἡ βρύση”, καὶ ἡ “Ἀλησμονιά, ἕνα λιβάδι ποὺ ἔχει τὸ λησμοβότανο”,[547] εἶναι σημερινὲς παραδόσεις ριζωμένες στὴν ἀρχαία συνείδηση τοῦ βίου ὡς μυήσεως: θανάτου καὶ ὑπερνικήσεως τοῦ θανάτου, εἰσόδου στὴν θεία σκέψη καὶ ἐξόδου ἀπὸ τοὺς κύκλους τῆς Ἀνάγκης.

Ὁ ὀρφικὸς συμβολισμὸς συνοψίζει πολλά, φανερώνοντας προϋποθέσεις τοῦ ἴδιου τοῦ Πλάτωνα, καὶ ἀκόμη ἀποδεικνύοντας ὅτι πρόκειται γιὰ κοινωνικὲς ἐπιγνώσεις: ἀνάμεσα στὸν σοφὸ καὶ τὸ πλῆθος δὲν παρεμβάλλεται ἀβυσσαλέο χάσμα, ὥστε καὶ οἱ συχνὲς ἐπικρίσεις τῶν ‘πολλῶν’ ἀπὸ τοὺς φιλόσοφους δὲν περιγράφουν μιὰ κατάσταση περισσότερο ἀπ’ ὅσο προφυλάσσουν ἀπὸ ἕνα ἐνδεχόμενο.

“Θὰ βρεῖς στὰ δώματα τοῦ ἅδη, ἀριστερά, κρήνη / καὶ πλάι της νὰ ἔχει σταθεῖ κυπαρίσσι λευκό· / στὴν κρήνη αὐτὴ οὔτε νὰ πλησιάσεις. Θὰ βρεῖς ἀπὸ ἄλλη, τὴν λίμνη τῆς Μνημοσύνης, / δροσερὸ νερὸ νὰ πηγάζει, ἀλλὰ εἶναι φύλακες μπροστά. / Νὰ πεῖς: Τῆς γῆς εἶμαι παιδὶ καὶ τοῦ γεμάτου ἄστρα οὐρανοῦ, / ὡστόσο ἡ γενιά μου εἶναι θεϊκή, καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι τὸ γνωρίζετε· / ἀλλὰ διψάω πολὺ καὶ χάνομαι· / Γρήγορα! δῶστε μου πιὰ δροσερὸ νερὸ ποὺ ἀναβλύζει ἀπὸ τὴν λίμνη τῆς Μνημοσύνης. / Κι ἐκεῖνοι θὰ σοῦ δώσουν νὰ πιεῖς ἀπὸ τὴν θεία κρήνη, / καὶ τότε θὰ ζήσεις μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἥρωες”. “Ἔγινες Θεὸς ἀπὸ ἄνθρωπος ποὺ ἤσουν”.[548]