Οι θεοί της Ελλάδας επιστρέφουν μέσα στη λάμψη της αλλοτινής ομορφιάς τους. Η ιδέα δεν ανήκει μόνο στον Έλληνα Πλήθωνα Γεμιστό, που είχε πειστεί για το επικείμενο τέλος των κατεστημένων θρησκειών -χριστιανικής, εβραϊκής και μουσουλμανικής- αλλά εξίσου και στον Μαρσίλιο Φιτσίνο, τον Πίκο ντε λα Μιράντολα, τον Μαρούλλο ή τον Τζοβάνι Ποντάνο. «Να αναστήσουμε τους νεκρούς», έλεγε ο Κυριάκο της Ανκόνα, μεγάλος ταξιδιώτης και ιδιοφυής αρχαιολόγος. Αλλά ήδη ο Πετράρχης συνέλεγε αρχαιότητες, νομίσματα, χειρόγραφα μαζί του η Αρχαιότητα θα δραπετεύσει από τα μαγικά δεσμά του νεκρού γράμματος για να εισβάλει στην καθημερινή ζωή και να γίνει το προζύμι μιας διαρκώς αναγεννώμενης ανησυχίας.

Το να ταυτίζεσαι με όλη τη δύναμη της ψυχής σου με μια ψυχή ξένη, ατομική ή συλλογική -την οποία λατρεύεις μέχρι του σημείου να χάνεις τον ίδιο τον εαυτό σου μόλο που ξέρεις ότι είναι απρόσιτη- και να παρατηρείς την ίδια την πραγματικότητά σου με τα μάτια ενός κόσμου ξένου τον οποίο έχεις επινοήσει, προαισθανθεί, αποκρυπτογραφήσει, μέσα από μαρτυρίες πάντα μερικές, ποτέ οριστικές: αυτή η εμπειρία, που κανένας άλλος πολιτισμός δεν τόλμησε να αποπειραθεί, γίνεται δυνατή για πρώτη φορά.