Με το πρόγραμμα του της αναβίωσης των αρχαίων τρόπων ζωής και έκφρασης, ο ανθρωπισμός ερχόταν να δώσει μια οριστική απάντηση στο παλιό ερώτημα του άλλου, του διαφορετικού. Μέσα από τη φοβερή δόνηση από την οποία ένας ολόκληρος κόσμος, θαμμένος, βγήκε στην επιφάνεια, δεν μάθαμε μόνο την τέχνη να διαβάζουμε τα κρυπτογραφήματα χιλιετιών ή την τεχνική των ανασκαφών. Αυτό που μάθαμε πάνω απ’ όλα είναι να μην οπισθοχωρούμε μπροστά στα μυστικά που αναδύονται από τα ερείπια και τους θεούς που τα κατοικούν, απόμακρους, ξένους, αλλότριους, τώρα πια, μέσα σ’ έναν ολάνοιχτο χώρο, και με την ψυχή σε ανάταση και γεμάτη ευγνωμοσύνη, ο άνθρωπος θ’ ανακαλύψει αυτό που υπήρξε ο άνθρωπος και πόσο «ο άνθρωπος ξεπερνάει τον άνθρωπο».
Ταυτόχρονα, η αδιάκοπα ανανεούμενη αναζήτηση της Αρχαιότητας δημιούργησε μια ιστορική προοπτική σε βάθος, προοπτική που καμιά εποχή δεν διέθετε σε τέτοιο βαθμό. Ήδη ο Πετράρχης βλέπει την Αρχαιότητα σ’ ένα μακρινό ιστορικό βάθος και την αντιπαραθέτει στη χιλιετία που εκτείνεται ανάμεσα στο παρόν και εκείνη την απομακρυσμένη εποχή. Δεν διστάζει να χαρακτηρίσει «σκοτεινή» και σκεπασμένη από τις tenebrae αυτή την «ενδιάμεση» περίοδο, του χριστιανισμού και των βαρβάρων.