8. Ξάφνου ἡ γυναίκα ἔβγαλε τὸ χέρι ἀπὸ τὸ σεντόνι καὶ ἐχτύπησε, καὶ οἱ μύγες ἀσηκωθήκανε.
9. Καὶ ἀνάμεσα στὴ βουὴ ὁποὺ ἐκάνανε ἄκουσα τὴ φωνὴ τῆς γυναικὸς ὁποὺ ἐφώναξε: Ὄξω, πόρνη, ἀπὸ δῶ. Δέ σου δίνω μήτε ἕνα ψίχαλο.
10. Καὶ ἐτίναξε τὸ χέρι ὄξω ἀπὸ τὸ κρεβάτι σὰ γιὰ νὰ διώξει μακριὰ τὴν ἀδελφή της ποὺ τῆς φαινότουνα πῶς ἦλθε νὰ διακονέψει.
11. Καὶ ἐξεσκεπάσθηκε σχεδὸν ὅλη ἀπὸ τὸ λερωμένο σεντόνι καὶ ἐφάνηκε ἕνα ψοφογάτσουλο ὁποὺ ξετρουπώνει ἀπὸ τὴν κροπιὰ ἕνας ἀνεμοστρούφουλας.
12. Ἀλλὰ ἐχτύπησε τὸ χέρι της σὲ μιὰ κάσα πεθαμένου, ποὺ εὑρέθηκε ἐκεῖ ξάφνου, καὶ ἐκόπηκε τὸ ὄνειρο τῆς ἁμαρτωλῆς.
Σελ. 123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051