21. Καὶ ἄρχισα νὰ συλλογισθῶ ἀπάνου στὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὲ νἆναι αὐτὴ τὴν ἡμέρα φανούσιμη, καὶ τὸ μάτι (προσηλωμένο στὸν καθρέφτη) ἐμποδίσθηκε ἀπὸ τὸ λογισμό.

22. Ἀλλὰ ἀκολούθως ὁ λογισμὸς ἐμποδίστηκε ἀπὸ τὸ μάτι,

23. ἐπειδὴ στριφογυρίζοντας ἐγὼ ἔπειτα τὰ μάτια ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, καθὼς κάνει ὁ ἄνθρωπος ποὺ συλλογίζεται πράμα δύσκολο ποὺ πολεμάει νὰ καταλάβει,

24. εἶδα ἀπὸ τὴν κλειδωνότρουπα ποὺ κάτι ἐμπόδιζε τὸ φῶς καὶ ἐβάστουνε πολληώρα καὶ ἔπειτα ἐξαναφαινότουνα.

25. Καὶ ἀκουότουνα ἀκολούθως ἕνα μουρμουρητὸ στὴν ἄλλη κάμερα, καὶ δὲν ἐκαταλάβαινα τίποτες, καὶ ἐξανακοίταξα στὸ μέρος τῆς ὀπτασίας.

26. Καὶ ἤτανε μεγάλη σιωπὴ καὶ δὲν ἄκουες νὰ βουίξει μήτε μία μύγα ἀπὸ τόσο πλῆθος, γιατὶ ἤτανε ὅλες μαζωμένες εἰς τὸν καθρέφτη,

27. Ὁ ὁποῖος εἰς πολλὰ μέρη ἐπαράσταινε τὸ χρῶμα τοῦ πέπλου, ποὺ τὸ βάνουνε ὅταν λείπει γιὰ πάντα κανένας ἀπὸ τὴ φαμιλιά.


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 8
ΤΟ ΖΩΝΑΡΙ

1. Ἀλλὰ ἡ μάνα της χωρὶς νὰ κοιτάξει κατὰ τὴ θύρα, χωρὶς νὰ κοιτάξει τὴ θυγατέρα της, χωρὶς νὰ κοιτάξει κανέναν, ἀρχίνησε:

2. Ἐτούτη τὴ στιγμὴ τὸ μάτι καὶ τὸ αὐτὶ τοῦ παιδιοῦ σου σὲ παραμονεύει τὴν κλειδωνότρουπα, καὶ σὲ ἀπομακραίνει, γιατὶ σκιάζεται τὸ κακό σου. Καὶ ἔτσι ἔκαμες καὶ ἐσὺ μ᾿ ἐμέ.