Τὰ μουράγια ξεσκέπαστα στὴ σοροκάδα
ὁ παπὰς τῶν νεφῶν ποὺ ἀλλάζει γνώμη
τὰ καημένα τὰ σπίτια ποὺ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο
ἀκουμποῦνε γλυκὰ καὶ ἀποκοιμιοῦνται
Τῆς μικρῆς βροχῆς τὸ λυπημένο πρόσωπο
ἡ παρθένα ἐλιὰ τὸ λόφο ἀνηφορίζοντας
οὔτε μία φωνὴ στὰ κουρασμένα σύννεφα
τῆς πολίχνης τὸ σαλιγκαράκι ποὺ ἔσπασε
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ὁ πικρὸς καὶ μόνος
ὁ ἀπὸ πρὶν χαμένος ἐσὺ νά ΄σαὶ
Ποιητὴς ποὺ δουλεύει τὸ μαχαῖρι
στὸ ἀνεξίτηλο τρίτο του χέρι:
ΟΤΙ ΑΥΤΟΣ ὁ Θάνατος καὶ αὐτὸς ἡ Ζωὴ
Αὐτὸς τὸ Ἀπρόβλεπτο καὶ αὐτὸς οἱ Θεσμοὶ
Αὐτὸς ἡ εὐθεῖα του φυτοῦ ἡ τὸ σῶμα τέμνοντας
Αὐτὸς ἡ ἑστία τοῦ φακοῦ ἡ τὸ πνεῦμα καίγοντας
Αὐτὸς ἡ δίψα ἡ μετὰ τὴν κρήνη
Αὐτὸς ὁ πόλεμος ὁ μετὰ τὴν εἰρήνη
Αὐτὸς ὁ θεωρὸς τῶν κυμάτων ὁ Ἴων
Αὐτὸς ὁ Πυγμαλίων40 πυρὸς καὶ τεράτων
Αὐτὸς ἡ θρυαλλίδα41 ποὺ ἀπὸ τὰ χείλη ἀνάβει
Αὐτὸς ἡ ἀόρατη σήραγγα ποὺ ὑπερκερᾶ42 τὸν Ἅδη
Αὐτὸς ὁ Λῃστὴς τῆς ἡδονῆς ποὺ δὲ σταυρώνεται
Αὐτὸς ὁ Ὄφις ποὺ μὲ τὸ Στάχυ ἑνώνεται
Αὐτὸς τὸ σκότος καὶ αὐτὸς ἡ ὄμορφη ἀφροσύνη
Αὐτὸς τῶν ὄμβρων τοῦ φωτὸς ἡ ἐαροσύνη
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ τὸ γύρισμα τοῦ Λύκου
στὸ ρύγχος τοῦ ἀνθρώπου καὶ αὐτὸ στοῦ ἀγγέλου
τὰ ἐννέα σκαλιὰ ποὺ ἀνέβηκε ὁ Πλωτίνος43
τὸ χάσμα τοῦ σεισμοῦ ποὺ ἐγιόμισε ἄνθη
Σελ. 12345678910111213141516171819202122232425262728293031323334353637383940414243444546474849505152535455