Μόνος κυβέρνησα τὴ θλίψη μου
Μόνος ἀποίκησα τὸν ἐγκαταλειμμένο Μάιο
Μόνος ἐκόλπωσα τὶς εὐωδιὲς
Ἐπάνω στὸν ἀγρὸ μὲ τὶς ἁλκυονίδες
Τάισα τὰ λουλούδια κίτρινο βουκόλισα τοὺς λόφους
Ἐπυροβόλησα τὴν ἐρημιὰ μὲ κόκκινο!
Εἶπα: δὲ θά ΄ναι τὸ Ἄδικο τιμιότερο ἀπ΄ τὸ αἷμα!
Τὸ χέρι τῶν σεισμῶν τὸ χέρι τῶν λιμῶν
Τὸ χέρι τῶν ἐχτρῶν τὸ χέρι τῶν δικῶν
Μοῦ, ἐφρένιασαν ἐχάλασαν ἐρήμαξαν ἀφάνισαν
Μία καὶ δυὸ καὶ τρεῖς φορὲς
Παραδόθηκα κι ἀπόμεινα στὸν κάμπο μόνος
Πάρθηκα καὶ πατήθηκα σὰν κάστρο μόνος
Τὸ μήνυμα ποὺ σήκωνα τ΄ ἄντεξα μόνος!

Μόνος ἀπέλπισα τὸ θάνατο
Μόνος ἐδάγκωσα μὲς στὸν Καιρὸ μὲ τὰ δόντια πέτρινα
Μόνος ἐκίνησα γιὰ τὸ μακρὺ
Ταξίδι σὰν τῆς σάλπιγγας μὲς στοὺς αἰθέρες!
ἦταν στὴ δύναμή μου ἡ Νέμεση τὸ ἀτσάλι κι ἡ ἀτιμία
Νὰ προχωρήσω μὲ τὸν κορνιαχτὸ καὶ τ΄ ἅρματα
Εἶπα: μὲ μόνο τὸ σπαθὶ τοῦ κρύου νεροῦ θὰ παραβγῶ
Καὶ εἶπα: μὲ μόνο τὸ Ἄσπιλό του νοῦ μου θὰ χτυπήσω!
Στὸ πεῖσμα τῶν σεισμῶν στὸ πεῖσμα τῶν λιμῶν
Στὸ πεῖσμα τῶν ἐχτρῶν στὸ πεῖσμα τῶν δικῶν
Μοῦ, ἀνάντισα κρατήθηκα ψυχώθηκα κραταιώθηκα
Μία καὶ δυὸ καὶ τρεῖς φορὲς
Θεμελίωσα τὰ σπίτια μου στὴ μνήμη μόνος
Πῆρα καὶ στεφανώθηκα τὴν ἅλω μόνος
Τὸ στάρι ποὺ εὐαγγέλισα τά ΄δρεψα μόνος!