Ὁ ‘προοδευτισμὸς’ ψυχολογούντων οἱ ὁποῖοι συμβουλεύουν πῶς τὸ ζευγάρι θὰ ἔχει σὲξ ὣς τὰ βαθειὰ γεράματα, εἶναι πράγματι ἀποκρουστικός, μικραίνει καὶ εὐτελίζει τὸν ἄνθρωπο.

Ἂν ὅμως ἤθελαν, δὲν θὰ δυσκολεύονταν οὔτε αὐτοὶ νὰ καταλάβουν γιὰ τὴν ὥρα ποὺ ἀντικρύζει κανεὶς Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὅτι δὲν ἀσχολεῖται μὲ διεγέρσεις γεννητικῶν ὀργάνων, κλπ, ὄχι ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι κάτι ‘κακό,’ ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν περισσεύει χρόνος, προσοχὴ καὶ διάθεση: τὸ ‘κακὸ’ ποὺ μοιάζει νὰ ἀποδίδεται στὴν σεξουαλικότητα, δὲν ἀφορᾶ στὴν ἴδια παρὰ ἔμμεσα — στὸν βαθμὸ τῆς παρουσίας της ἡ σεξουαλικὴ σχέση ὄχι μόνο δὲν ‘ὁλοκληρώνει,’ ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο, εἰσφέρει καὶ τεκμηριώνει ἀτέλεια, ἀποδεικνύει ἐνεργὸ ἕνα βαθμὸ διαίρεσης, ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ πολὺ μεγάλος, ὅταν φθάνει ὣς τὸν βιασμὸ ἢ παρόμοιες συμπεριφορές.

Ἡ σεξουαλικὴ δὲν εἶναι οὔτε ἡ καλύτερη, ἀλλὰ οὔτε ἡ χειρότερη ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου, ἂν σέβεται τὴν ἐλευθερία καὶ δὲν περιέχει στοιχεῖα ἐπιβολῆς. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς στὴν σεξουαλικὴ ἐπαφὴ δὲν ὑπάρχει τὸ ἄκρον τῆς τελειότητας, εἶναι δυνατὸ νὰ συμβαίνει ἀκόμα καὶ μὲ τὶς πιὸ ἀπρόσωπες μορφές, χωρὶς κανένα ἀπολύτως σεβασμὸ γιὰ τὸν ἄλλο, στὶς κακοποιήσεις, τὰ ὄργια, τὴν πορνεία, κλπ.