Ἔτσι ἔγιναν δυνατὲς κωμικὲς καταστάσεις, ὅπου ἐξυμνεῖται ἂς ποῦμε ἡ ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα ὡς σεξουαλικὰ φιλελεύθερη, μολονότι ὑπῆρχε ἀσκητισμὸς ἐξίσου ἰσχυρὸς μὲ τὸν χριστιανικό, ἀφορῶντας ἐπίσης στὴν σεξουαλικότητα, οἱ δὲ ἱερεῖς ἔπρεπε νὰ εἶναι παρθένοι ἂν μὴ καὶ εὐνοῦχοι, ἐνῷ ἡ φιλομοφυλία ἦταν ἀντικείμενο ἐπίκρισης καὶ εἰρωνίας. Ἄλλωστε, ὄχι κάποιος χριστιανὸς μοναχὸς ἀλλὰ ὁ Πλάτων ἀσκεῖ συστηματικὴ κριτικὴ στὴν (φιλομόφυλη καὶ μή) σεξουαλικὴ ἐπιθυμία. Γιὰ τὴν ἀρχαία θρησκευτικότητα πρβλ. ὅσα γράφω στοὺς Ἀρχαίους Ἕλληνες, σ. 221 κ.ἑ., καὶ γιὰ τὴν πλατωνικὴ κριτική, σ. 304 κ.ἑ.

Στοιχειώδης νηφαλιότητα ἀρκεῖ καὶ περισσεύει γιὰ νὰ ἔχει κανεὶς ἔγκυρα συμπεράσματα γιὰ τὴν οὐσία τοῦ ζητήματος.

Στὴν τελειότητα τῆς σχέσης καὶ ἑνότητας πῶς ἐντάσσεται ἡ ἀγάπη τοῦ σώματος; Ἂν ἀπαιτεῖται σεξουαλικὴ ἐπαφή, θὰ ‘ὀφείλαμε’ νὰ τὴν ἔχουμε ἐπίσης μὲ τοὺς γονεῖς, τοὺς φίλους καὶ τὰ παιδιά μας, διαφορετικὰ ἡ σχέση μαζί τους δὲν θὰ ἔφθανε σὲ ‘ὁλοκλήρωση.’ Ἔπειτα, ἂν ἕλκει τὸ ὡραῖο κορμί, καὶ ἂν ἡ ἕλξη αὐτὴ ὑπῆρχε γιὰ νὰ ‘ὁλοκληρώνει’ τὴν σχέση, οἱ γέροντες δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ζήσουν παρὰ μόνο κατώτερη ἀγάπη, ἁπλῶς ἐπειδὴ δὲν εἶναι σεξουαλικὰ ἐπιθυμητοί, καὶ τὸ ἴδιο κάθε ἄρρωστος, δύσμορφος, κλπ.