_______________________

Ἀκολουθῶντας τὴν ‘κριτικὴ’ ἔκδοση εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ εἰκάσουμε ὅτι ὁ προσδιορισμὸς τῆς ὀργῆς, ἡ διάκριση μεταξὺ καλῆς καὶ κακῆς ὀργῆς, δὲν ἀνήκει στὸν συγγραφέα τοῦ πρώτου Εὐαγγελίου, ἀλλὰ προσετέθη ἀργότερα στὸ κείμενο — κι αὐτὸ ἀπὸ μόνο του, ὅπως εἴπαμε, δὲν δημιουργεῖ πρόβλημα, ἐφόσον τὴν ‘ἐπηυξημένη’ ἐκδοχὴ ἀποδέχεται ἡ κοινή μας ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση. Ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε νὰ σκεφτοῦμε τώρα, εἶναι ἡ σημασία τοῦ προσδιορισμοῦ, μὲ τὴν ‘κριτικὴ’ ἔκδοση νὰ ἀπαγορεύει ἀπολύτως ἕνα συναίσθημα τὸ ὁποῖο στὸ κείμενο τῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν δὲν ἀπορρίπτεται παρὰ μόνο ὑπὸ προϋποθέσεις.

Σκε­πτό­με­νοι τὴν ση­μα­σία τῆς ‘προ­σθή­κης’, ἔ­στω καὶ συγκαταβαί­νον­τας ὅτι πράγματι συ­νέ­βη προ­σθή­κη, ἔ­χου­με τὴν δυ­να­τό­τη­τα καὶ νὰ δι­ορ­θώ­σου­με τὸ κεί­με­νο ποὺ ἀ­κο­λου­θοῦν οἱ Ἐκ­κλη­σί­ες προ­τεί­νοντας ἀ­φαί­ρε­ση τοῦ ἐ­πιρ­ρή­μα­τος, ὄχι κυ­ρί­ως μὲ φι­λο­λο­γι­κὰ ἀλ­λὰ μὲ ση­μα­σι­ο­λο­γι­κὰ κρι­τή­ρια, ὥ­στε ἐν και­ρῷ, συ­νε­κτι­μῶν­τας καὶ τὰ φι­λο­λο­γι­κὰ κρι­τή­ρια καὶ τὴν χρή­ση τοῦ κει­μέ­νου ἀπὸ τοὺς Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ ὁ­τι­δή­πο­τε ἄλ­λο μπο­ρεῖ νὰ ἔ­χει σχέ­ση, ἡ κοι­νή μας ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ συ­νεί­δη­ση ὁδηγηθεῖ ἴ­σως στὴν ἐγκα­τά­λειψη τοῦ ἐ­πιρ­ρή­μα­τος.