Αὐτὸ δὲν σημαίνει πὼς ἡ Ἐκκλησία προχωρεῖ συνεχῶς ἐλεύθερη ἀπὸ σφάλματα ἢ ὅτι δὲν συμβαίνουν λάθη ποὺ ἐπιμένουν ἀκόμη καὶ γιὰ αἰῶνες. Ἡ ἱστορία δείχνει μὲ ποιὸ τρόπο ἐντοπίζονται ἐκκλησιαστικὰ λάθη στὸν Ὀρθόδοξο κόσμο.
Ἀντιρρήσεις διατυπώνονται ἀπὸ ὁποιονδήποτε, καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου μετὰ ἀπὸ πολλὴ συζήτηση οἱ πιστοί, ἡ κοινὴ γνώμη τῆς Ἐκκλησίας, συνειδητοποιοῦν τί θὰ γίνει ἀποδεκτὸ καὶ τί θὰ ἀπορριφθεῖ. Τὴν κοινὴ αὐτὴ συνείδηση ἐνδέχεται νὰ ἐκφράσει ὁ κλῆρος καὶ συνοδικά, ὅμως ἐν πάσῃ περιπτώσει τὴν ἀκολουθεῖ. Ὡς πρὸς τὸ βιβλικὸ κείμενο ἐπίσης, οἱ (μικρὲς συνήθως) ἀποκλίσεις τῶν ‘κριτικῶν’ ἐκδόσεων μποροῦν νὰ συνεκτιμῶνται καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου νὰ ἐνσωματώνονται ἢ ἀπορρίπτονται.
Ἔχοντας κατ’ ἀρχὴν ἀντιτάξει στὴν αὐθεντία τῶν ‘κριτικῶν’ ἐκδόσεων τὴν παραδοσιακὴ συλλογικὴ διάκριση τῆς Ἐκκλησίας, μποροῦμε νὰ διαπιστώσουμε ὁρισμένες συνέπειες, ἀρκούμενοι ἐδῶ σὲ ἕνα μόνο παράδειγμα διαφορᾶς, τὴν ὁποία ἐπέλεξα ἐπειδὴ δὲν εἶναι ἐπουσιώδης.