“Χωρὶς τὴν Ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ οὔτε ἡ ἀποστολικότητα τῶν Ἀποστόλων, οὔτε τὸ μαρτύριο τῶν Μαρτύρων, οὔτε ἡ ὁμολογία τῶν Ὁμολογητῶν, οὔτε ἡ ἁγιότητα τῶν Ἁγίων, οὔτε ἡ ἀσκητικότητα τῶν Ἀσκητῶν, οὔτε ἡ θαυματουργικότητα τῶν Θαυματουργῶν, οὔτε ἡ πίστη τῶν πιστευόντων… Ἂν ὁ Κύριος δὲν εἶχε ἀναστηθεῖ καὶ ὡς Ἀναστὰς δὲν εἶχε γεμίσει τοὺς μαθητές Του μὲ τὴν ζωοποιὸ δύναμη καὶ τὴν θαυματουργικὴ σοφία, ποιός θὰ μποροῦσε αὐτοὺς τοὺς φοβισμένους καὶ δραπέτες νὰ τοὺς συγκεντρώσει καὶ νὰ τοὺς δώσει τὸ θάρρος, τὴν δύναμη καὶ τὴν σοφία γιὰ νὰ μπορέσουν τόσο ἄφοβα καὶ μὲ τόση δύναμη καὶ σοφία νὰ κηρύττουν καὶ νὰ ὁμολογοῦν τὸν Ἀναστάντα Κύριο καὶ νὰ πηγαίνουν μὲ τόση χαρὰ στὸν θάνατο γι’ Αὐτόν; Κι ἂν ὁ Ἀναστὰς Σωτήρας δὲν τοὺς εἶχε γεμίσει μὲ τὴν θεία δύναμή Του καὶ σοφία, πῶς θὰ μποροῦσαν νὰ ἀνάψουν μέσα στὸν [ἴδιο τὸν ἑλληνικὸ καὶ ἑλληνοθρεμμένο] κόσμο τὴν ἄσβηστη πυρκαϊὰ τῆς καινοδιαθηκικῆς πίστης, αὐτοὶ οἱ ἁπλοϊκοί, ἀγράμματοι, ἀμαθεῖς καὶ φτωχοὶ ἄνθρωποι;”[129]

ΜΕΡΙΚΟΙ μιλοῦν γιὰ ‘ἐπιβολὴ’ τοῦ χριστιανισμοῦ, σὰν νὰ μὴν ἦταν Ἕλληνες οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ἐπὶ τρεῖς αἰῶνες τελείως ἀνίσχυροι καὶ συστηματικὰ διωκόμενοι, σὰν νὰ μὴν ὑπῆρχαν ἤδη ‘πρὶν’ ἀπὸ τὸν Χριστὸ μεγάλοι Ἕλληνες σοφοὶ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Πλάτων, ποὺ λίγο ἢ πολὺ ἢ καὶ τελείως ἀπέρριπταν τὴν ἀρχαία θρησκεία, καὶ σὰν νὰ μὴν ἦταν ἑλληνικὴ ἡ καρδιὰ κι ἐν τέλει τὸ σῶμα τοῦ Βυζαντίου.