Ὁ ἅγιος Φίλιππος ξίφει τελειοῦται.

Ὁ ἅγιος Ἡσύχιος ἀπαγχονισθεὶς τελειοῦται.

Ὁ ἅγιος Λεωνίδης πυρὶ τελειοῦται.

Ὁ ἅγιος Εὐτύχιος σταυρωθεὶς τελειοῦται.

Ἡ ἁγία Παρθαγάπη ἐν τῇ θαλάσσῃ τελειοῦται.[123]

Αἱ ἅγιαι δύο Κόραι ξίφει τελειοῦνται.[124]

 

Οἱ νεοπαγανιστὲς ὑποτιμοῦν εἴτε ἀγνοοῦν ἢ καὶ μὲ δόλο ἀποσιωποῦν, ὅτι “ὁ ἀρχαῖος κόσμος ἀναγεννήθηκε καὶ μεταμορφώθηκε ὕστερα ἀπὸ τρομερὸ ἀγώνα”[125] ποὺ ἔδωσε ὁ ἴδιος. Ἡ ἀρχὴ τῆς σημερινῆς πίστης βρίσκεται μέσα στὸ αἷμα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἐπὶ τρεῖς αἰῶνες, προσομιλοῦντες βασάνοις, καὶ ξεόμενοι τὸ σῶμα ποικίλως, καὶ τεινόμενοι δεινῶς, καὶ τοῖς θηρσὶ διδόμενοι[126] — γιατί δὲν εἶπαν ‘Πίσω στὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὴν Ἀθηνᾶ’; Οἱ Λατῖνοι δὲν προσπάθησαν νὰ ἐπιβάλουν κάτι ξένο, ἀντιθέτως, κατηγοροῦσαν τοὺς Ἕλληνες ὅτι “ἐγκατέλειψαν τὴν θρησκεία τῶν προγόνων τους”.[127]

 

ΑΛΛΑΖΕ ὁ ἑλληνισμός, μέσα ἀπὸ διωγμοὺς βεβαιώνοντας καὶ ἀνανεώνοντας τὴν μεταστροφή του ἀκόμη καὶ πρόσφατα, στὴν μεγάλη μαρτυρικὴ περίοδο τῆς τουρκοκρατίας — γιὰ ποιό λόγο; Τί ὁδήγησε στὴν πίστη αὐτή, “τὴν ὁποία παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς πατέρες μας, στὴν ὁποία καυχᾶται ὁλόκληρο τὸ ὀρθόδοξο ἔθνος μας τόσους αἰῶνες, γιὰ τὴν ὁποία ἐχύθησαν ἄπειρα αἵματα, καὶ μὲ τὴν ὁποία ἐλπίζουμε τὴν αἰώνια σωτηρία μας;”[128] Ὁ Ἰουστῖνος Πόποβιτς δίνει τὴν μόνη πράγματι πειστικὴ ἐξήγηση: