Θὰ γίνουν ὅλοι μαθητὲς τοῦ Θεοῦ·[152] δηλαδή, ὄχι μὲ γράμματα καὶ χαράγματα μαθαίνοντας τὸ καλό, ἀλλὰ μέσα στὸ Ἅγιο Πνεῦμα διδασκόμενοι τέλεια· οὔτε μόνο στὶς λέξεις, ἀλλὰ στὸ Φῶς τῶν λέξεων καὶ στὶς λέξεις τοῦ Φωτός, μυούμενοι μυστικά στὶς θεῖες πραγματικότητες”.[153]

“Τοῦ ἔδωσε αὐτάρκεια μέσα στὴν ἔρημο, στὴν δίψα τοῦ καύσωνα καὶ τὴν ξηρασία, τὸν ἐκύκλωσε, τὸν ἐπαίδευσε καὶ τὸν διαφύλαξε ὡς κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ Του”.[154]

“Ὁ μέγας Θεός, τὸ τέλειο παιδί! Καὶ πῶς νὰ μὴν εἶναι τέλεια ἡ παιδεία τοῦ παιδιοῦ αὐτοῦ; Φτάνει σὲ ὅλα τὰ παιδιά Του, κι ἐμᾶς, τὰ νήπιά Του, μᾶς παιδαγωγεῖ”.[155]

Ἤ, ὅπως τὸ ἐξηγεῖ ὁ Χαίλντερλιν,

“Ὅλα τὰ ὀνόματα αὔρα ἑωθινὴ / ποὺ χάνεται κατάντησαν, ἀφότου ἦρθεν ὁ Χριστός, ὄνειρα ἐγίναν. / Σὰν πλανέματα πέφτουν στὴν καρδιά, σκοτώνοντας, ἂν κανένας // στοχαστικὰ δὲν ζυγιάσει, τί νἆναι τάχα, καὶ δὲν τὰ κατανοήσει. / Ἀλλ’ ὅμως ὁ στοχαστικὸς ἄνθρωπος σπούδασε / τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ”.[156]

Σημειώσεις

140 Καστοριάδης, Οἱ ὁμιλίες στὴν Ἑλλάδα, Ἀθήνα 1990, σ. 16. Δὲν βλάπτει ἀκόμα καὶ συνεχὴς ὑπενθύμιση τῆς ὑπάρξεως ἐξαιρέσεων καὶ μεγεθῶν. Ὅμως χρειάζεται ἐπίσης νὰ καταλαβαίνουμε, πὼς εἶναι ἀναπόφευκτη ἡ θάλασσα τῆς ἀσημαντότητας, ὅταν οἱ σχολὲς τῶν μαζοκρατικῶν κοινωνιῶν διατείνονται ὅτι μποροῦν νὰ προκύπτουν χιλιάδες φιλοσόφων καὶ φιλολόγων κατ’ ἔτος, τοὺς ὁποίους καὶ παράγουν. Ἀσημαντότητα ὑπῆρχε στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ἐπίσης καὶ στὸ Βυζάντιο, ἀλλὰ ὁ δυτικὸς τυχοδιωκτισμὸς κατόρθωσε νὰ τὴν ἀναγάγει σὲ πλημμύρα καὶ κοσμοχαλασιά.