XXXIII.

Ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει στὸν τόπο μας μιὰ βαθιὰ καὶ ἀνεξάρτητη κριτικὴ τῶν ἰδεῶν, ἀφοῦ δὲν ἀναπνέουμε ποτὲ τὸ ζωογόνο ἀέρα τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας ποὺ λυτρώνει τοὺς ἐγκεφάλους ἀπὸ τὶς προλήψεις καὶ τὰ μίση, καὶ τοὺς δυναμώνει, οἰ φανατικοὶ τῶν ἰδεῶν, ἐθνικιστὲς καὶ μαρξιστές, καταχτοῦν πολὺ εὔκολα αὐτὰ τὰ παιδιά, μὲ μερικὲς ἁπλὲς φόρμουλες, διατυπωμένες στὴ γλώσσα τοῦ δημοτικοῦ σχολείου, ποὺ ἐξηγοῦν μονομιᾶς τὸ μυστήριο τῆς ἀνθρωπότητας. Ἔτσι ἀναπτύσσεται ἡ Ἑλλάδα.

XXXIV.

Πάρετε στὴν τύχη μερικὰ ἀπὸ τὰ σημερνὰ ἑλληνικὰ ἔντυπα, στίχους, ἀφηγήσεις, συζητήσεις ἰδεῶν. Τί θὰ συναντήσετε σχεδὸν παντοῦ; Ἀνία, ἀπογοήτευση, νοσταλγία τῶν περασμένων, μοιρολατρεία, ἡττοπάθεια.

XXXV.

Μίλησα κάπου γιὰ μιὰ ἀνόρθωση τῆς ψυχῆς. Ἡ ἔκφραση αὐτὴ εἶναι ὄμορφη μὰ πολὺ ἀόριστη, τὸ ξέρω καλά, καὶ κινδυνεύει νὰ θεωρηθεῖ ἕνας ρητορισμὸς χωρὶς περιεχόμενο. Τὸ αἰσθανόμαστε ὅλοι πὼς ἡ ψυχὴ εἶναι ξεπεσμένη σήμερα στὴν Ἑλλάδα, πὼς οἱ ἐξωτερικὲς μεταρρυθμίσεις τῶν πολιτικῶν μας, καὶ τὰ ἐπιφανειακὰ σχέδια ἀνασυγκρότησης ποὺ μᾶς φέρνουν κάθε τόσο ἐμβριθεῖς διδάχτορες ἀπὸ τὰ Πανεπιστήμια τῆς Δύσης, δὲν κατορθώνουν νὰ θεραπεύοσυν τίποτα γιατὶ τὸ κακὸ εἶναι στὰ βάθη. Δὲ μᾶς λείπουν σήμερα μονάχα οἱ ἀτομικὲς ἀξίες. Ὕστερα ἀπὸ τὴ συρροὴ τόσων κλονισμῶν καὶ καταστροφῶν ἡ ἐξάντληση τῶν ἀξιῶν εἶναι φυσικὴ καὶ δὲν πρέπει νὰ παραξενεύει οὔτε νὰ ἀπογοητεύει κανέναν. Μᾶς λείπουν ὅμως ὁλότελα κ᾽ οἱ ἀρετὲς τῆς ψυχῆς ποὺ θὰ βοηθήσουν τὴ γέννηση νέων ἀξιῶν καὶ θὰ τὶς θρέψουν – τὰ ὑψηλὰ καὶ εὐγενικὰ συναισθήματα, ἡ θέληση νὰ ξεπεράσουμε τὸν ἑαυτό μας, ἡ ἀνάγκη τῆς Ἰδέας. Μᾶς λείπει τρομερὰ ἡ αὐτοπεποίθηση. Ἡ ἥττα τσάκισε κάθε λεβεντιὰ καὶ ἀποστέγνωσε τὶς καρδιές.