Ἔμ, πῶς θὰ πλησιάση ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ σὲ ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο; Ἐνῶ, ὅταν κανεὶς ἐφαρμόζη τὸ γραφικὸ χωρίο καί, ἅμα τὸν ἀγγαρεύουν ἕνα μίλι, πηγαίνη πιὸ πέρα, μετὰ ἐργάζεται ὁ Χριστὸς καὶ ἀλλοιώνεται πνευματικὰ ὁ ἄλλος ποὺ τὸν ἀγγάρεψε καὶ προβληματίζεται: «Βρέ, κοίταξε, λέει, ἐγὼ τὸν ἀγγάρεψα ἕνα μίλι καὶ αὐτὸς πῆγε πιὸ πέρα! Τόση καλωσύνη!».

Ἐὰν εἶχε καὶ ὁ Χριστὸς αὐτὴν τὴν κοσμικὴ λογικὴ ποὺ ἔχουν σήμερα πολλοὶ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, δὲν θὰ ἄφηνε τὸν οὐράνιο Θρόνο Του, γιὰ νὰ κατεβῆ στὴν γῆ, νὰ ταλαιπωρηθῆ καὶ νὰ σταυρωθῆ ἀπὸ μᾶς τοὺς ἐλεεινοὺς ἀνθρώπους. Μέσα ὅμως στὴν κατ᾿ ἄνθρωπο αὐτὴν ἀποτυχία Του ἦταν κρυμμένη ἡ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων.

Ἀλλὰ τί τράβηξε, γιὰ νὰ μᾶς σώση! Μέχρι νὰ Τοῦ δίνουν σφαλιάρες καὶ νὰ Τοῦ λένε: «Προφήτευσε ποιός σὲ χτύπησε!»…

Ἐγὼ ξέρεις πόσο λυπόμουνα, ὅταν ἤμουν μικρὸς καὶ ἔβλεπα τὰ παιδιὰ νὰ παίζουν τὸ μπίζ; Ἄντε τώρα νὰ παίζουν αὐτὸ τὸ παιχνίδι μὲ τὸν Χριστό!… «Προφήτευσε ποιός σὲ χτύπησε!… Πάμ!». Ὤ, φοβερό! Καὶ ἐμεῖς ζητᾶμε ἕναν Χριστιανισμὸ χωρὶς σταύρωση, ἀλλὰ ἀπευθείας ἀνάσταση. Κάνουμε ἕναν Χριστιανισμό, ἕναν Μοναχισμό, ὅπως τὸν θέλουμε. Δὲν θέλουμε νὰ στερηθοῦμε τίποτε.