Ἄλλαι πολυάριθμοι λέμβοι ἵσταντο ἀπωτέρω, φέρουσαι μόνον θεατάς. Καὶ ὅλη ἡ ἀποβάθρα, καὶ ὅλη ἡ παραθαλάσσιος ἀγορά, καὶ ὅλοι οἱ ἐξῶσται καὶ τὰ παράθυρα πλήρη κόσμου. Ὁμιλοῦμεν σχετικῶς, διότι ἡ πολίχνη μας δὲν ἔχει πλείονας ἢ τεσσάρας χιλιάδας κατοίκων.
Ὁ Σωτῆρος καὶ ὁ Ἀλέκος ἵσταντο πλησίον τοῦ ἱερέως καὶ ἐκοίταζον νὰ ἴδωσι ποῦ τὸν Ἐλόγου του.
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἔπεσε τέλος εἰς τὸ κύμα καὶ ἡ μάχη ἤρχισεν.
Εὐτυχῶς ὑπῆρξε σύντομος κατὰ τὸ ἔτος τοῦτο.
Ὁ μπουλουκτσῆς τοῦ Φτίκα, ὅστις ἤρπασε πρῶτος τὸν Σταυρόν, εὐρίσκετο ἀρκετὰ πλησίον τῆς λέμβου του, καὶ εἶχεν ἀρκετὴν ἐπιδεξιότητα, ὥστε οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων τοῦ Σοροκᾶ ἐπρόφθανε νὰ τοῦ κόψη τὰ δάκτυλα ἢ νὰ τοῦ δοκιμάση τὸν γρόνθον, διὰ νὰ τοῦ τὸν ἀποσπάση.
Ἅμα πατήσας εἰς λέμβον, εὐρίσκετο εἰς οὐδέτερον ἔδαφος ἢ μᾶλλον εὐρίσκετο εἰς τὴν οἰκίαν του καὶ δὲν ἐπετρέπετο πλέον μάχη.
Τὸ μπουλούκι τοῦ Φτίκα ἠλάλαξεν ἐν θριάμβῳ. Ἦτο τέταρτον ἔτος τοῦτο ἀφότου κατὰ σειρὰν ἑνίκα. Ὁ Φτίκας ἦτο ἄνθρωπος εὐτυχὴς τὴν ἡμέραν ἐκείνην.
Καὶ ὅμως ἦτο τὶς εὐτυχέστερός του Φτίκα, ἐπὶ δέκα λεπτὰ τῆς ὥρας τουλάχιστον. Ἦτον Ἐλόγου του.