Μετά, στὸ τρένο, θέλησα νὰ χαροποιήσω μία κοπέλα στενοχωρημένη ποὺ συνόδευα, καὶ τῆς ἀγόρασα ἕναν ψεύτικο ἀνεμόμυλο, ἕνα φουρφούρι, ξέρεις, ποὺ φυσούσαμε πότε ἐγὼ καὶ πότε ἐκείνη…
Ὅταν τὸ φυσούσαμε, τὸ σχῆμα του χανότανε. Καὶ σκέφτηκα τότε: «Δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχει καὶ τὸ χωριὸ καὶ τὸ ἑστιατόριο Καραβόμυλος, καὶ πολλὲς φορὲς ὁ ἄνθρωπος κι ὁ μοναχὸς παραβάλλονται μὲ καράβι». Καράβια ποὺ πολὺ θαυμάσαμε ἀλέστηκαν ἐπειδὴ πάλιωσαν.
Ὅλα τὰ πράγματα ἀλέθονται. Βλέπετε πῶς ὅλα εἶναι ἕνα; Βλέπετε τὰ βουνὰ σὰν περισπωμένες καὶ τὴ Μακεδονία σὰν τὸ καπέλο της Ἑλλάδος;
Σελ. 1234567891011121314151617