Μέσα στὸν κοινὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ εἰκὼν λαμβάνει ζωή. Τὰ ἄνευ οὐδενὸς περιεχομένου γεγυμνωμένα ὀστᾶ τοῦ πατέρα μου, ποὺ ξεθάψαμε κατὰ τὴν ἀνακομιδή, ἐν Χριστῷ ἐνδύονται φῶς ζωῆς. Ζοῦν οἱ προσφιλεῖς ὑπάρξεις, ποὺ καμιὰ λογικὴ ἀνάλυση καὶ ψυχολογία δὲ μπορεῖ νὰ τὶς ἀναστήσει. «Ἀδελφοί, οὐ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα».
—
Από: Νικολάου Γαβριὴλ Πεντζίκη, Πρὸς Ἐκκλησιασμό (Πατριαρχικὸν Ἴδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 61-67)