Μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι στὸ κάλεσμα τοῦ Ντράγιερ, κάτω ἀπὸ τὴ θρησκευτικὴ ἐπιφάνεια κρύβεται ὠμὸ πάθος γιὰ ἐπιβίωση — μεγάλος ἀπὼν ὁ ἔρωτας γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἡ μυστικὴ παρουσία τοῦ προσώπου Του.

Στὴν πράξη καὶ τὶς προϋποθέσεις της ἡ διάκριση κλητῶν καὶ ἐκλεκτῶν τοῦ ὑπερβατικοῦ Λόγου μετατίθεται στὴ διάκριση ἱκανῶν καὶ ἀνίκανων γιὰ βιοτικὴ ἰσχύ, στὸν ὑπαρκτικὸ καὶ κοινωνικὸ δαρβινισμό.

Δὲν πρόκειται λοιπὸν καθόλου γιὰ μυστική, ἀλλὰ γιὰ πιετιστικὴ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὴν αἰχμή της βαμπιρική.

Ἡ λιτότητα τῆς σκηνοθεσίας ὑπογραμμίζει τὴν αὐστηρότητα καὶ πειθαρχία τοῦ ὑπολογισμοῦ, ὁ ὑποβλητικὸς φωτισμὸς τὸν μύχιο πόθο γιὰ ἐπιβίωση.

Ἡ θεολογία καὶ ἡ θρησκεία ἐπενδύουν τὴ μαγομηχανική.