Ἡ Ὀρθοδοξία κάνει τὸ δῶρο αὐτό, μιὰ ἐπίγνωση τῆς πνευματικῆς θεμελίωσης τοῦ συνόλου τῆς ὕπαρξης, λίγες ὅμως οἰκογένειες τὸ ἀποδέχονται, ὅταν ὄχι μόνο οἱ δεσμοὶ αἵματος ὑπερέχουν, ἀλλὰ καμμιὰ φορὰ καὶ καθαρὰ πνευματικοὶ δεσμοί, ὅπως ἐκεῖνος τῆς Ἀναδοχῆς, τείνουν νὰ θεωροῦνται οἱονεὶ αἵματος, ἐνῷ κανονικὰ ἡ ἀπουσία οὐσιαστικῆς ἐπαφῆς ἀνάμεσα στὸν ἀνάδοχο καὶ τὸν ἀναδεκτὸ ἀμέσως ἔχει καταργήσει τὴν σχέση τους. Καὶ συνεχῶς στὴν πράξη ἀποδεικνύεται ὅτι τὸ Βάπτισμα δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ ἔχει κανεὶς ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό, οὔτε ἡ τέλεση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου ἐπιφέρει ἀπὸ μόνη της πνευματικὴ ἑνότητα ἀνάμεσα στὸ ζευγάρι, κλπ.

Ὑπάρχουν οἱ προσωπικές, πέρα ὅλων τῶν τύπων καὶ ἀναγκῶν, σχέσεις, οἱ ὁποῖες κρίνουν τὰ πάντα, καὶ ὅσο αὐτὲς μεγαλώνουν, τόσο ἡ οἰκογένεια ἀξιοποιεῖται καταργούμενη ἥσυχα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα, ἐνῷ ὅσο αὐτὲς μικραίνουν μπαίνει τὸ μαχαίρι τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ οἰκογένεια ἀχρηστεύεται καὶ καταργεῖται βίαια, διαλύεται, ἐκτὸς ἂν ὑπερισχύσει ὅ,τι πράγματι συνήθως ὑπερισχύει, δηλαδὴ περιφρόνηση τῶν πνευματικῶν σχέσεων, πρόταξη τῶν ρατσιστικῶν δεσμῶν, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος ἐξαθλιώνεται.