Ὁ Κωστὴς Παλαμᾶς στὸ αὐτοβιογραφικὸ «Τὰ χρόνια μου καὶ τὰ χαρτιά μου» ἐντάσσει δυὸ κείμενα μὲ ἀντίστοιχα χριστουγεννιάτικα περιστατικά. Εἶναι ὁ περίφημος «Ταβᾶς» (1924) καὶ τὸ «Ὁ Λαμαρτίνος» (1922). Ὡστόσο στὴν ποίησή του ἀλλοῦ λάμπει τὸ νόημα τῆς γιορτῆς:
Μέσα μου λάμπουν ξάστεροι οὐρανοί,
καὶ τὸ κορμί μου, φάτνη ταπεινή,
βλέπω κι ἀλλάζει, γίνεται ναός.
Ὤ! μέσα μου γεννιέται ἕνας Θεός.
Καὶ ἀλλοῦ τὸ νόημα ἀναδεικνύεται διὰ τῶν ὑλικῶν τῆς ἀπόλυτης ἀπελπισίας ἢ τῶν ἀνθρώπινων ἀντιφάσεων:
Εἴδωλα, δαίμονες, ξωθιές, φαντάσματα, στοιχειά,
τῆς νύχτας μέσα μου ὁ λαὸς κυλιέται καὶ κουνιέται,
καὶ μέσα στὴ χιλιόδιπλη καρδιά μου μιὰ σπηλιά,
κι ἕνας Χριστὸς γεννιέται.
(«Χριστούγεννα», 1928)
Στὰ ἑορταστικὰ σχολικὰ ἀναγνώσματα – καὶ ἐκ τούτου διόλου περιφρονητέα – παραπέμπουν οἱ στίχοι τοῦ ἐπιπόλαια ὑποτιμημένου Γεωργίου Δροσίνη («Νύχτα χριστουγεννιάτικη», 1935):
Τὴν ἅγια νύχτα τὴ χριστουγεννιάτικη, / ποιὸς δὲν τὸ ξέρει;
Τῶν μάγων κάθε χρόνο τὰ μεσάνυχτα / λάμπει τ᾿ ἀστέρι.
Κι ὅποιος τὸ βρεῖ μέσ᾿ στ᾿ ἄλλα ἀστέρια ἀνάμεσα / καὶ δὲν τὸ χάσει
σὲ μία ἄλλη Βηθλεὲμ ἀκολουθώντας το / μπορεῖ νὰ φτάσει.