Θ᾿ ἀντέχω ἐγὼ τὴ ζέστη μου καὶ θὰ σᾶς κάνω καὶ σκιά,
γύρω ἀπὸ τὸν πατέρα μας νὰ ζοῦμε εὐτυχισμένοι.
Ὕστερα θὰ κοιτάζουμε τὰ ὁλόλευκά μας τὰ μαλλιὰ
καὶ θά ῾μαστε ἴσοι, φίλοι μου. Ἴσοι κι ἀγαπημένοι.

[Μπλέηκ, Τραγούδια της αθωότητας,
μτφρ. Γ. Μπλάνας]