Ἦταν λοιπὸν ὁ Εὐρωπαῖος ἄνθρωπος τὸ ζητούμενο, ἦταν –γιὰ νὰ τὸ διατυπώσω ἀλλιῶς–, ἀπαίτηση νὰ ἀρδεύεται πλέον τὸ πολιτικὸ μέλλον τῆς Εὐρώπης ἀπὸ τὰ καταβολικὰ στοιχεῖα τοῦ Εὐρωπαίου ἀνθρώπου, ἀπὸ τὶς ρίζες του.

Θὰ χρειασθεῖ νὰ τονίσω ἀκόμη μιὰ φορά, ὅτι μιλώντας γιὰ ρίζες, οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ οἱ πολιτικοὶ ἐννοοῦσαν ἀπὸ συμφώνου τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, τὸ ρωμαϊκὸ κράτος δικαίου, τὸν χριστιανισμό.

Αὐτὲς οἱ ρίζες ἔχουν ἱστορικὴ δικαίωση καὶ κῦρος ἀδιαπραγμάτευτο, ὥστε νὰ μὴν ὑπόκεινται σὲ ἀναθεώρηση μὲ πολιτικὰ καιρικὰ κριτήρια.

Γι αὐτὸ ἀκριβῶς ὁ Οὐΐνστων Τσῶρτσιλ, στὸν περίφημο λόγο του στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Ζυρίχης τὸ 1946, ἔθεσε ὡς θεμέλιο τῆς εὐρωπαϊκῆς ἑνότητας τὴν ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ ἀνάταση τῶν Εὐρωπαίων.

Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο, ὑπακούοντας δηλαδὴ στὴν ἀπαίτηση ἡ ἕνωση τῆς Εὐρώπης νὰ εἶναι πολὺ πάνω ἀπὸ πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐπιλογή, ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς διατυπώνει στὴν ὁμιλία του κατὰ τὴν ὑπογραφὴ τῆς Συνθήκης Ἔνταξης τῆς Ἑλλάδος τὴν πεποίθηση ὅτι ἡ Εὐρώπη:

«εἶναι μία σύνθεση, στὴν ὁποία, ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε, τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα εἰσέφερε τὴν ἰδέα τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ὀμορφιᾶς. Tὸ ρωμαϊκὸ πνεῦμα τὴν ἰδέα τοῦ κράτους καὶ τοῦ δικαίου. Kαὶ ὁ Xριστιανισμὸς τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη. Ἐπάνω σ’ αυτὸ τὸν κοινὸ πολιτισμὸ καλούμεθα νὰ οἰκοδομήσουμε τὴν Nέα Eὐρώπη.»