Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν μποροῦμε ν΄ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ κανένα μας ἐλάττωμα. Ἐκεῖνος μᾶς τὰ βγάζει, ἕνα-ἕνα.

Σὰν τὸν Σίμωνα τὸν Κυρηναῖο πρέπει νὰ εἴμαστε πάντα ἕτοιμοι νὰ τρέξουμε εἰς βοήθειαν τοῦ συνανθρώπου.

Ἂν βρεθεῖ ξένος ποὺ θὰ κατακρίνει τὴν Ἑλλάδα ἢ τὴν Ὀρθοδοξία, δὲν θὰ ταυτίζεις τὰ λεγόμενα μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ δὲν θὰ τοῦ ἀναφέρεις ποτὲ τὰ χαρμόσυνα, ὅπως εἶναι ἡ ἀνεύρεσις τιμίων Λειψάνων ἢ ἄλλα θαυμαστὰ ποὺ συμβαίνουν ἐδῶ.

Ἂχ Κύριε! Συγχώρεσέ μας ποὺ καμμιὰ φορὰ περπατᾶμε καμαρωτὰ σὰν τὰ πετειναράκια μὲ τὸ λοφίο τους ποὺ νομίζουν ὅτι κάποια εἶναι.

Κακόμοιροι ἄνθρωποι! Ἐκλαμβάνουμε τὸ φθαρτὸ γιὰ Ἀθάνατο καὶ τὸ Ἀθάνατο γιὰ ἀνύπαρκτο.

Ἂν ἤξερες ὅτι δὲν εἶσαι Ἐδῶ, θὰ ἤσουν Ἐκεῖ.