Δύο ἐκδόσεις ἀπὸ τὸν Karajan, μὲ τὴν πρώτη νὰ ὑστερεῖ κάπως σὲ ἠχογράφηση, χωρὶς πλεονεκτήματα ἀλλοῦ. Ἡ δεύτερη (Φιλαρμονικὴ τοῦ Βερολίνου, 1968) δὲν ἔχει πολὺ καλύτερη ἠχογράφηση, ἀλλὰ εἶναι πιὸ μουσική, ἂν καὶ δὲν ἀποφεύγει τὶς συνήθεις στὸν Κάραγιαν μουτζοῦρες. Πάντως εἶναι ἀπὸ τὶς ξεχωριστὲς ἑρμηνεῖες τοῦ κύκλου, ποὺ ἀξίζει κανεὶς νὰ ἀκούσει.

Ὁ Maazel (Συμφωνικὴ τοῦ Pittsburg) εἶναι ἐντυπωσιακὰ ἀργὸς καὶ μᾶλλον ἀδικαιολόγητα, χωρὶς τὴν στοχαστικότητα τοῦ Celibidache, εἶναι συχνὰ πλαδαρὸς ἢ ἀκόμα καὶ ἀμήχανος.

Ὁ Rattle (Συμφωνικὴ τοῦ Birmingham) δίνει ἄνευρη ἑρμηνεία ποὺ τείνει νὰ γίνεται ἀνιαρή, ἐνῷ συχνὰ ὑποφέρει καὶ ἀπὸ σύγχυση.

Ὁ Rozhdestvensky (Συμφωνικὴ τῆς Ραδιοφωνίας τῆς Μόσχας)  ἔχει πολὺ καλὴ ἄρθρωση καὶ μουσικότητα, διαύγεια, συνοχή, γεμάτες φράσεις, ὅμως τείνει νὰ γίνεται ἀταίριαστα ἐπικός.

Ὁ Petri Sakari (Συμφωνικὴ τῆς Ἰσλανδίας) εἶναι μουσικός, ζεστός, μὲ καλὴ ἄρθρωση καὶ ταιριαστὸ τέμπο. Δυστυχῶς συχνὰ γίνεται ἀδιάφορος.

Ὁ Sanderling (Συμφωνικὴ τοῦ Βερολίνου) εἶναι ἤπιος ἀλλὰ καὶ μουτζουρώνει, συνήθως παραμένει μουσικός, συχνὰ διστάζει σὰν νὰ μὴν ἔχει ἀποφασίσει πῶς θὰ ἑρμηνεύσει.