Έχει ήδη φτιάξει το αριστούργημά του, την “Κοιμωμένη”, στο Α’ Νεκροταφείο, μόλις στα 24, όταν εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια της ψυχικής του ασθένειας, πιθανώς κάποια ερωτική απογοήτευση σε συνδυασμό με κληρονομική προδιάθεση.
Η μάνα του θεωρεί ότι αυτή που τον τρελαίνει είναι η γλυπτική, ενώ συμβαίνει ακριβώς το ανάποδο. Μόνο η γλυπτική θα μπορούσε να τον γλιτώσει, όπως φάνηκε αργότερα.
Του απαγορεύει αυστηρά να ασκεί την τέχνη του. Τον πάνε στο εξωτερικό, αλλά δε βλέπει βελτίωση. Δέκα χρόνια βολοδέρνει στην Τήνο, αποπειράται να αυτοκτονήσει κι έπειτα τον κλείνουν για 16 χρόνια στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας.
Εκεί, χωρίς φάρμακα, μέσα στη βρόμα, δεμένος με αλυσίδες, αποτρελαίνεται. Η προσωπικότητα του μεγάλου καλλιτέχνη αποδομείται εντελώς.
Όταν πεθαίνει ο πατέρας του, η μάνα του τον ξαναπαίρνει στην Τήνο, ενώ είναι πια 51 ετών. Η γριά συνεχίζει να του απαγορεύει κάθε επαφή με το μάρμαρο και τη γλυπτική. Έχει πετάξει ανάκατα τα έργα του στο υπόγειο που το έχει κλειδωμένο. Μερικές φορές τον πιάνει να φτιάχνει κάποια προπλάσματα κρυφά και του τα σπάει.