Στὸ σύντομο αὐτὸ κείμενό του ὁ π. Ἀλ. Σμέμαν ἐξηγεῖ ὅτι πενθοῦμε στὸν θάνατο ἑνὸς ἀνθρώπου μόνο ἂν ὑπάρχει ἔστω πολὺ μικρὸς κίνδυνος ὁριστικοῦ χωρισμοῦ ἀπὸ τὸν Θεό. Διαφορετικὰ ὁ θάνατος δὲν εἶναι παρὰ ἁπλὴ μετάβαση στὴν ἀναστάσιμη πραγματικότητα. Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο εἶναι ἡμέρα γιορτῆς καὶ ὄχι πένθους ἡ κοίμηση κάθε ἁγίου, ἂν καὶ στὴν περίπτωση τῆς Παναγίας γιὰ προφανεῖς λόγους ἡ λαμπρότητα εἶναι πολὺ μεγαλύτερη.

__________

Με τη γιορτή της Κοιμήσεως η μνήμη και η αγάπη της Εκκλησίας επικεντρώνονται όχι στην ιστορικότητα και πραγματικότητα του γεγονότος, την ήμερα και τον τόπο όπου αυτή η μοναδική γυναίκα, η Μητέρα όλων των μητέρων συμπλήρωσε την επίγεια ζωή της.

Όπου και όποτε και αν συνέβη, η Εκκλησία αντίθετα τονίζει την ουσία και το νόημα του θανάτου της, μνημονεύοντας τον θάνατο αυτής της οποίας ο Υιός, σύμφωνα με τη χριστιανική μας πίστη, νίκησε το θάνατο, αναστήθηκε εκ των νεκρών και υποσχέθηκε σε μας την τελική ανάσταση και τη νίκη της αιώνιας ζωής.

Ο θάνατός της ερμηνεύεται με τον καλύτερο τρόπο μέσα από την εικόνα της Κοιμήσεως που τοποθετείται στα προσκυνητάρια των εκκλησιών μας εκείνη την ημέρα, ως το κέντρο της όλης γιορτής.