Γιὰ τοὺς ἰσχυροὺς διευκρινίζεται, ὥστε νὰ μήν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι εἶναι πιὸ πιθανὸ νὰ περάσει καμήλα στὸ μάτι βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος στοὺς Οὐρανοὺς τῆς Θεότητας, δηλαδὴ πὼς εἶναι περισσότερο ἀπὸ ἀδύνατο — ἐκπληκτικὸ νὰ τὸ διανοηθεῖ κανεὶς ἔστω ὡς ἐξαίρεση. Ὁ ἠθικιστικὸς ἔλεγχος τοῦ Βασίλειου δὲν ἐμποδίζει τὴν ἀρχὴ τῆς κατανόησης: ἂν πράγματι βοήθησες τοὺς φτωχούς, πῶς ἔχεις ἀκόμα περιουσία; Γιατί συσσωρεύεται πλοῦτος ἀκόμη καὶ ἀπὸ μοναχοὺς συχνά, καὶ ἱερεῖς, ἂν ὄχι ἐπειδὴ στὴν περιουσία ἔχει τοποθετηθεῖ ἡ ἐλπίδα, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀπόλαυση;

Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ὅτι στὴν καλοπέραση τοῦ πλούσιου ὁ φτωχὸς ὑποφέρει. Θὰ μποροῦσε νὰ τὸν βοηθήσει ὁ Θεὸς μὲ χίλιους τρόπους, τὸν θέλει ὅμως φτωχὸ σὺν τοῖς ἄλλοις πρὸς ὄφελος τοῦ πλούσιου, μήπως ἡ ταλαιπωρία τοῦ ἑνὸς γίνει αἰτία νὰ ἐλαττωθεῖ ἡ σκληρότητα τοῦ ἄλλου. Οἱ πύλες τῆς Βασιλείας δὲν κλείνουν γιὰ τὸν πλούσιο ἐπειδὴ ‘τιμωρεῖται’ ἡ φιλαργυρία, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ὁ εἰσερχόμενος, ἔχει ἀλλοῦ τὴν ἐλπίδα καὶ ἀπόλαυσή του.

Σὲ ἐποχὲς ‘ἀριστερᾶς’ καὶ ‘μαρξισμοῦ’ ἴσως δὲν περιττεύει νὰ ὑπενθυμίζεται ὅτι καρβέλια καταβροχθίζει καὶ ὁ φτωχὸς στὰ ὄνειρά του, συχνὰ ὑποφέροντας ἀπὸ μεγαλύτερη λαχτάρα γιὰ περιουσία, ἀκόμη καὶ μέχρι φθόνου καὶ μίσους. Οὔτε εἶναι περιουσία μόνο τὸ χρῆμα: ὁτιδήποτε, ὑλικὸ ἢ πνευματικό, στὸν βαθμὸ ποὺ δεσμεύει τὴν ἐπιθυμία, ἂν δὲν εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, εἶναι ἡ περιουσία ποὺ ἐνδέχεται νὰ κρατάει μακριά Του.