Ἀκολουθοῦν γενικὲς εὐχές, τὸ Πάτερ ἡμῶν, καὶ δίνεται τὸ Ποτήριον τῆς εὐχαριστίας στοὺς νεόνυμφους. Ἀκολουθεῖ ὁ κύκλιος χορὸς τοῦ γάμου, ἐπίκληση τῶν ἁγίων Μαρτύρων ὡς προτύπων στὴν γαμήλια ἄσκηση, εὐχὲς γιὰ τὸν Νυμφίο καὶ τὴν Νύμφη, καὶ τέλος προσευχὴ στὸν Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας νὰ εὐλογεῖ τοὺς νεόνυμφους καὶ νὰ τοὺς ἀναδείξει φωτόμορφα τέκνα τῆς δικῆς Του υἱοθεσίας.

Ἡ ἀκολουθία τελειώνει μὲ εὐχὴ στὴν Ἁγία Τριάδα νὰ δίνει ἑνότητα στὸ ζευγάρι, μὲ ἀσπασμὸ τῶν νεόνυμφων, καὶ μὲ τὴν εὐχὴ τῆς ἀπόλυσης.

Περαστικά, μία φορὰ χωρὶς ἔμφαση, γίνεται μνεία τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὸν γάμο ἐν Κανᾷ, καὶ αὐτῆς ὡς συμβόλου τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ἐνῷ οὐδέποτε ἡ τεκνοποιΐα, στὸν μικρὸ βαθμὸ ποὺ ἀναφέρεται — ὁ ὁποῖος θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι καὶ προαιρετικὸς ὥστε κατὰ περίπτωση νὰ ἀποσιωπᾶται στὴν πράξη, ἂν τὸ ζευγάρι δὲν ἔχει ἱκανότητα νὰ κάνει παιδιά — δὲν ἀνάγεται σὲ δευτερεύοντα ἔστω σκοπὸ τοῦ γάμου, ἀναγνωριζόμενου ὡς μυστηρίου μόνο ἂν πραγματώνει στὸ ζευγάρι τὴν ἑνότητα ἀγάπης καὶ ἐλευθερίας ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὁδηγεῖ στὸν Ἴδιο. Ὅπως τὸ λέει ὁ π. Φιλόθεος Φάρος, “ἕνας γάμος δὲν ὑπάρχει πλέον, παρὰ μόνο τυπικά, ὅταν [εἴτε καὶ οἱ δύο, εἴτε μόνο] ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς συζύγους δὲν ἐπικοινωνῆ μὲ τὸν ἄλλο, ὅταν χάνεται τὸ στοιχεῖο τῆς πρόσκλησης καὶ τῆς ἀνταπόκρισης” (Ἡ διαχείριση τῆς ἀγάπης, Ἀθήνα 2010, σ. 77).