Μοῦ εἶπαν γιὰ μερικούς ποὺ βγαίνουν στὴν ὕπαιθρο καὶ τρέχουν ἤ φεύγουν στὰ βουνά καὶ ἀνεβαίνουν σὲ ὕψος 6.000 μ. Κρατοῦν τὴν ἀναπνοή τους καὶ ἔπειτα τὴν ἀφήνουν καὶ πάλι εἰσπνέουν βαθιά… Χαμένα πράγματα. Αὐτὸ δείχνει πώς ἡ καρδιά τούς εἶναι πλακωμένη ἀπὸ τὸ ἄγχος καὶ ζητάει διέξοδο.
Σὲ ἕναν τέτοιον εἶπα: «Ἐσεῖς σκάβετε λάκκο, τὸν κάνετε μεγάλο, θαυμάζετε γιὰ τὸν λάκκο ποὺ ἀνοίξατε καὶ γιὰ τὸ βάθος του καὶ… πέφτετε μέσα καὶ πάτε κάτω. Ἐνῶ ἐμεῖς σκάβουμε λάκκο καὶ βρίσκουμε μέταλλα. Ἔχει νόημα ἡ ἄσκησή μας, γιατί γίνεται γιὰ κάτι ἀνώτερο».
Ἀλλὰ σήμερα οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ ἀκοῦν γιὰ θάνατο. Ἔμαθα ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὶς κηδεῖες κ.λπ. δὲν γράφουν τώρα «Γραφεῖο κηδειῶν» ἀλλὰ «Γραφεῖο τελετῶν», γιὰ νὰ μὴ θυμοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸν θάνατο. Ἂν ὅμως δὲν θυμοῦνται τὸν θάνατο, ζοῦν ἔξω ἀπὸ τὴν πραγματικότητα.
Αὐτοὶ ποὺ φοβοῦνται τὸν θάνατο καὶ ἀγαποῦν τὴν μάταιη ζωή, φοβοῦνται ἀκόμη καὶ τὰ μικρόβια καὶ βρίσκονται συνέχεια νικημένοι ἀπὸ τὴν δειλία, ποὺ τοὺς κρατάει πάντα στὴν πνευματικὴ νέκρα.