Σὲ ἕναν τέτοιον εἶπα: «Ἐσεῖς σκάβετε λάκκο, τὸν κάνετε μεγάλο, θαυμάζετε γιὰ τὸν λάκκο ποὺ ἀνοίξατε καὶ γιὰ τὸ βάθος του καὶ… πέφτετε μέσα καὶ πάτε κάτω. Ἐνῶ ἐμεῖς σκάβουμε λάκκο καὶ βρίσκουμε μέταλλα. Ἔχει νόημα ἡ ἄσκησή μας, γιατί γίνεται γιὰ κάτι ἀνώτερο».

*

Ἀλλὰ σήμερα οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ ἀκοῦν γιὰ θάνατο. Ἔμαθα ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὶς κηδεῖες κ.λπ. δὲν γράφουν τώρα «Γραφεῖο κηδειῶν» ἀλλὰ «Γραφεῖο τελετῶν», γιὰ νὰ μὴ θυμοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸν θάνατο. Ἂν ὅμως δὲν θυμοῦνται τὸν θάνατο, ζοῦν ἔξω ἀπὸ τὴν πραγματικότητα.

Αὐτοὶ ποὺ φοβοῦνται τὸν θάνατο καὶ ἀγαποῦν τὴν μάταιη ζωή, φοβοῦνται ἀκόμη καὶ τὰ μικρόβια καὶ βρίσκονται συνέχεια νικημένοι ἀπὸ τὴν δειλία, ποὺ τοὺς κρατάει πάντα στὴν πνευματικὴ νέκρα.

Οἱ τολμηροὶ ἄνθρωποι ποτὲ δὲν φοβοῦνται τὸν θάνατο, γι’ αὐτὸ καὶ ἀγωνίζονται μὲ φιλότιμο καὶ αὐταπάρνηση. Ἐπειδὴ βάζουν μπροστά τους τὸν θάνατο καὶ τὸν σκέφτονται καθημερινά, ἑτοιμάζονται πιὸ πνευματικὰ καὶ ἀγωνίζονται τολμηρότερα.

Ἡ ζωὴ εἶναι τυλιγμένη μὲ τὴν θνητὴ σάρκα. Τὸ μεγάλο αὐτὸ μυστικὸ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ τὸ καταλάβουν ὅσοι ἄνθρωποι εἶναι μόνο «σάρκες», γι᾿ αὐτὸ δὲν θέλουν νὰ πεθάνουν, δὲν θέλουν οὔτε νὰ ἀκούσουν γιὰ θάνατο. Ἔτσι ὁ θάνατος γι᾿ αὐτοὺς εἶναι διπλὸς θάνατος καὶ διπλὴ στενοχώρια.