Η Μέχτιλτ (Mechthild von Magdeburg, 1207/10–1282/94) εξομολογείται πόθο για τον Νυμφίο και θαυμασμό για τη γενεσιουργό υπερχείλιση της Θεότητας στα πλάσματά της. Στο περιβάλλον του Έκκαρτ ανήκει ο Τάουλερ (Johannes Tauler, 1300–1361), επηρεασμένος επίσης από τα αρεοπαγιτικά συγγράμματα και τον Βερνάρδο του Κλαιρβώ. Ο Σώυσε (Heinrich Seuse, 1295–1366), Δομηνικανός, μαθητής του Έκκαρτ, τονίζει το ερωτικό στοιχείο στη σχέση Θεού και ανθρώπου, αποφεύγοντας έννοιες ύποπτες για πανθεϊσμό. Στη ‘σχολή’ του Έκκαρτ και στον Διονύσιο στηρίζεται η Γερμανική Θεολογία (Theologia Deutsch, τέλος 14ου αι.), όπου δίδεται έμφαση στην ένωση του νου με τη θεία προέλευσή του ως βύθιση στον άρρητο εαυτό του.

Ο Ιωάννης του Ρόισμπρουκ (Jan van Ruysbroek, 1293–1381) περιγράφει την επιστροφή στην άβυσσο της Θεότητας, με τα όντα σαν να ‘λιώνουν’ στην υπερούσια μακαριότητα. Τη σκέψη του επηρεάζει η Χάντεβάιχ της Βραβάνδης (Hadewijch van Brabant, μέσα 13ου αι.), που τονίζει τη δυνατότητα της ερωτικής ορμής να υπερβαίνει κάθε περατότητα, καταλαβαίνοντας στη συνάντηση της ψυχής με τον Θεό την ένωση δύο αβύσσων.