Κι ὅταν κάποτε θὰ πρέπει νὰ διδάξεις
γιατὶ προσμένει νὰ τοῦ πεῖς, ἕνα παιδί,
ἢ γιατὶ ὁ ξένος σου
μπαίνει στῆς λάμπας σου τὸν κύκλο
σκοτεινιασμένος ἀπ᾿ τὴν ἄχνα τοῦ βραδιοῦ,
ἢ ποὺ τὸ βῆμα σου κάποτε ξαστοχᾶ
κι᾿ ὡσότου ξαναφέξει
πρέπει κι᾿ ἐσὺ σὲ φίλους νὰ σταθεῖς
ἢ ποὺ ἕνας φίλος περασμένος, ποὺ φοβᾶται
πὼς κλονίζεται ἡ φιλία πού ῾χε ἀρχίσει στὰ τυφλὰ
ἀπαιτώντας ἀπὸ σένα νὰ τοῦ γράψεις —
τότε πρέπει στὸν ἑαυτό σου νὰ τὸ πεῖς συνειδητὰ
τί σημαίνει «νὰ διδάσκεις»:
Μὲ λόγια ποὺ βαθιά σου τὰ γνωρίζεις
ἑκούσια νὰ πεῖς: ὑπάρχω ἐγώ.
Κι᾿ ἀκόμη πιὸ πολὺ
διδάσκω δὲν θὰ πεῖ: σὲ κάποιον
γιὰ τὴν σύμπτωση νὰ λὲς τῶν ἐποχῶν
πῶς συμβαίνει καὶ γιατί·
διδάσκω θὰ πεῖ: Γιὰ τὸν Ἕνα νὰ ρωτήσεις τὸν καθένα
ποὺ τοῦ μοιάζει στὴ σιωπή…