Οἱ Πατέρες ἐτόνιζαν τὸ ἀνεικόνιστον στὴν προσευχή. Μὲ τὴν εἰκόνα ὑπάρχει τὸ εὐόλισθον, διότι ἐνδέχεται στὴν εἰκόνα νὰ παρεμβληθεῖ ἄλλη εἰκόνα…

Νὰ λέτε τὴν εὐχὴ μὲ τρόπο ἁπαλὸ καὶ ὄχι συνέχεια, ἀλλὰ ὅταν ὑπάρχει διάθεση καὶ ἀτμόσφαιρα κατανύξεως, ἡ ὁποία εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος…

Ὅταν ἔλθει ἡ χάρις, ὅταν ἔλθει ἡ ἀγάπη, λέεις τὸ ὄνομα ‘Χριστὸς’ καὶ γεμίζει ὁ νοῦς, γεμίζει κι ἡ καρδιά…

Ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεὸ νὰ κάνεις τὸν κόπο, τὸν κάθε κόπο.

Νὰ αἰσθάνεσαι ἀγάπη, εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεό, χωρὶς νὰ ἔχεις στὸν νοῦ σου νὰ ἐπιτύχεις κάτι.