Ἐν μέρει τὸ Shutter Island (Τὸ Νησὶ τῶν Καταραμένων, ὅπως κυκλοφόρησε στὰ ἑλληνικά), καταγράφει μιὰ ἀπόπειρα αὐτογνωσίας καὶ τὴν ματαίωσή της στὴν ἀνακάλυψη ὅτι τὸ κακὸ εἶναι ἀνυπολόγιστο καὶ δὲν βρίσκεται κάπου μακριά.

Σκηνοθετικὰ ὁ Σκορσέζε πετυχαίνει ἀξιοθαύμαστη συνοχή, ἀναλογίες καὶ ρυθμὸ μεγάλης δύναμης, συγκρότηση καὶ ἀνάδειξη τοῦ θέματος ποὺ ταιριάζει σὲ ταινίες ‘κλασικές’.

Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, ὁπότε ἡ πραγματικότητα προβάλλει μέσα ἀπὸ τὸ χάος, ὣς τὴν τελευταία, τὴν ματαίωση τῆς ἐλευθερίας στὴν αὐτοκατάργησή της, ἡ ταινία κινεῖται μὲ σταθερὴ καὶ μεγάλη ἔνταση.

Πέρα ἀπὸ ἄλλες δυνατὲς ἀναγνώσεις, ἡ ὄψη ποὺ μὲ ἐντυπωσίασε ἰδαίτερα εἶναι ἡ περιγραφὴ τῆς πλαστῆς ἢ παρανοϊκῆς ὕπαρξης ὡς ἐξίσου πραγματικῆς. Γνωστὸ θέμα, ἁπλὸ καὶ παλαιό, κι αὐτὸ μεγενθύνει τὴν ἐπιτυχία τοῦ Σκορσέζε.

Ὅσοι ἔχουν κουραστεῖ ἀπὸ ταινίες μὲ προβλέψιμο τέλος, θὰ ἔχουν στὸ Shutter Island τὸ ἀναπάντεχο, τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν ἐπινοεῖται γιὰ νὰ ἀνανεώσει ἢ κορυφώσει τὸ ἐνδιαφέρον ἀλλὰ ὁλοκληρώνοντας τὴν ἀνάδειξη ἀκριβῶς τῆς ἰσχύος τῆς παρανοϊκῆς ὕπαρξης.