«Ὁ ἔρωτας στὴν ὁμίχλη» θὰ ἦταν ἕνας τίτλος ἀκριβέστερος γιὰ τὸ «Fog». Ὄχι μόνο γιατί θὰ ἐξέφραζε καλύτερα τὸ αἴσθημα τῶν στίχων του, ἀλλὰ καὶ γιατί μὲ τὴ διασύνδεσή του μὲ τὸν τίτλο τοῦ διηγήματος τοῦ Παπαδιαμάντη θὰ ὑποδήλωνε – μέσῳ καὶ τοῦ χρονοτοπωνυμίου ποὺ συνοδεύει τὸ ποίημα («Λονδίνο, Χριστούγεννα 1924») – ὅτι περιέχει ἕνα ἀκόμα βίωμα: τὸν καημὸ ἑνὸς ξενιτεμένου νέου ποιητή, ποὺ ἀπὸ τὶς πρῶτες του κιόλας συνθέσεις προσπαθεῖ νὰ συνδεθεῖ μὲ τὶς πιὸ ζωτικὲς ρίζες τῆς λογοτεχνικῆς παράδοσης τῆς γλώσσας του· ρίζες πού, βέβαια, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν μποροῦν νὰ τρέφονται καὶ ἀπὸ ξένες λογοτεχνικὲς πηγές. Διότι πιστεύω ὅτι ὁ Σεφέρης θὰ εἶχε ἀντιληφθεῖ ὅτι τὸ διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη, μὲ τὸν θάνατο τοῦ ἥρωά του – παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων – πάνω στὸ χιόνι ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν ὀνείρων του, συνομιλεῖ δημιουργικὰ μὲ τὸν ἀνάλογο θάνατο – παραμονὲς τῆς Πρωτοχρονιᾶς – τῆς ἡρωίδας τοῦ ὀνειρικοῦ διηγήματος «Τὸ κοριτσάκι μὲ τὰ σπίρτα» τοῦ Χὰνς Κρίστιαν Ἀντερσεν.

Τὸ Βῆμα, 24 Δεκεμβρίου 2005